Πρωτοψάλτου Μανώλη Χατζημάρκου, "Η διαχρονική αξία της Εθνικής μας Μουσικής", εφημ. Θεσσαλία, 4 Αυγούστου 2001

     
     

     

    Η Εθνική μας Μουσική, με το περίτεχνα επεξεργασμένο κλασικό κομμάτι της το βυζαντινό μέλος και το δημοτικό τραγούδι, εκφράζει με τρόπο άμεσο, την αδιάσπαστη ενότητα και συνέχεια του Ελληνισμού και καταγράφει με ήχους και σύμβολα, τη δημιουργική της πορεία μέσα στο χρόνο και φέρνει πάνω στο κορμί της τα σημάδια των ιστορικών περιπετειών του έθνους μας.

    Στην εποχή μας, κάθε τέχνη, διέρχεται τη δοκιμασία της αμφισβήτησης, ακόμη και των πιο απαρασάλευτων αξιολογικών της αρχών, που αποτελούν από αιώνες το θεμέλιο της υπόστασής της. Επειδή πολλοί «φωστήρες» στην εποχή μας επέδραμαν και στη διαχρονική αξία της Εθνικής μας Μουσικής, χρειάζεται το συντομότερο δυνατό ξεκαθάρισμα των ύποπτων θέσεών των και η σωστή παρουσίαση του θεωρητικού και πρακτικού της πλαισίου από υπεύθυνους δασκάλους.

    Αυτή η δουλειά χρειάζεται ψύχραιμη μελέτη, εγκατάλειψη δογματισμών, και απαλλαγή από των πάσης φύσεως φανατισμούς. Σκοπός μας είναι να δούμε την τέχνη της ελληνικής μουσικής κληρονομιάς με καθαρό μάτι. Να παρακολουθήσουμε τον τρόπο με τον οποίο έφτασε σε μας και πώς εμφανίζεται στην εποχή μας, εξετάζοντας ειδικότερα τις ιδιαιτερότητές της στις τρέχουσες συνθήκες της ελληνικής πραγματικότητας.

    Θα ξεκινήσουμε, βέβαια, από την αφετηρία, ότι η ελληνική μουσική, που είναι καταγεγραμμένη στα κλασικά βιβλία και στους υπάρχοντες κώδικες, ήταν προϊόν της αρχαίας ελληνικής μουσικής, της οποίας τις θεωρητικές βάσεις, για τα μέτρα, τους χρόνους, τις κλίμακες, την κατατομή της χορδής κ.λπ. έθεσαν οι Έλληνες Πυθαγόρας, Αριστόξενος, Κοϊντιλιανός και άλλοι πολλοί. 

    Σε ό,τι αφορά τη σημειογραφία της Βυζαντινής Μουσικής ο σοφός Κων/νος, ο εξ Οικονόμων, Οικονόμος γράφει: «Τα σημαδόφωνα της καθ’ ημάς εκκλησιαστικής μουσικής, εμόρφωσαν και ονόμασαν οι πρώτοι της Εκκλησίας μουσουργοί, μέρος εκ των διαγραμμάτων της παλαιάς των Ελλήνων Μουσικής, το δε πλείστον εκ των πραγματικών της προσωδίας σημείων».

    Ο Αλέξανδρος Ραγκαβής γράφει: «Η ημετέρα μουσική, διαδέχθη τας χορικάς συνθέσεις της αρχαίας δραματικής μουσικής, αντιπαραθείς δε τας στροφάς του Πινδάρου και του Αριστοφάνους, κατέδειξεν ότι η στιχουργική αυτήν προσωδία, είναι ανάλογος προς την των εκκλησιαστικών ύμνων». Ο Γάλλος μουσικός Ducoudray γράφει ότι: «Η εκκλησιαστική των Ελλήνων μουσική είναι αναντιρρήτως απόρροια της των αρχαίων». Και ο συμπατριώτης του  Henrimavoix θεωρεί τη Βυζαντινή Μουσική «συνέχεια της αρχαίας με μέλος ιδιοφυές».

    Για μας η Βυζαντινή Μουσική αποτελεί τη μελωδικότερη καλλιτεχνική δημιουργία στους πολιτισμούς των διαφόρων εποχών. Το ιδεώδες της μουσικής αυτής είναι η αποκάλυψη του ωραίου και προκαλεί βαθύτατες συγκινήσεις στην ψυχή του ανθρώπου, τον οποίο ανεβάζει στη σφαίρα του ανέκφραστου και του μεγαλειώδους.

    Το βυζαντινό μέλος, συντίθεται με το ζωντανό περιεχόμενο των ύμνων, που εκφράζουν το «άκτιστον» με μια ατέρμονη κλίμακα μουσικών αποχρώσεων, ανασύροντας από την ανθρώπινη ψυχή, πλήθος συναισθημάτων, που συναρτώνται με τη ζωή, το θάνατο, και την Ανάσταση.

    Το βυζαντινό μέλος διαχρονικά ταυτίζεται με την ψυχή, την ύπαρξη και τη ζωή της ελληνικής φυλής. Το μέλος αυτό καταγράφει το πάθος και την ευτυχία, τον πόνο και την χαρά και ψάλλεται και τραγουδιέται με απαράμιλλο τρόπο από το λαό μας στη μακραίωνη πορεία του. Να η δόξα, η μεγαλοσύνη, η μοναδικότητα, και η διαχρονική του αξία!...

    Σχετικώς με τη διαχρονική αξία της ελληνικής μουσικής ο Άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης παρατηρεί ότι «η διαφορά μεταξύ της εκκλησιαστικής μελοποιίας με την κοσμικήν μουσικήν βρίσκεται στο γεγονός, ότι η κοσμική μουσική χρησιμοποιούσε τον προσωδιακόν ρυθμόν ενώ οι εκκλησιαστικοί μελοποιοί ερμήνευαν το βαθύτερο νόημα του μεγαλοποιούμενου κειμένου, έτσι ώστε το μέλος και ο λόγος να παιδαγωγούν τον πιστό στο Χριστό, με τη λειτουργικήν ζωήν, δίδοντας σ’ αυτόν ουσιαστικήν πνευματικήν βοήθειαν και αδιάφθορον ψυχαγωγίαν».

    Θα σας αναφέρω ένα γεγονός, που έζησα πριν έξι μήνες, για να σας φανερώσω τη μεγάλην εκφραστική δύναμη του μέλους και του ηθικού λόγου της μουσικής μας. Μαζί, λοιπόν, με φίλους και τη γυναίκα μου πήγαμε σε κοσμικό κέντρο να διασκεδάσουμε. Εκεί τραγουδούσε ο γνωστός καλλιτέχνης Πέτρος Γαϊτάνος. Οι θαμώνες του κέντρου τραγουδούσαν μαζί με τους τραγουδιστές τα τραγούδια, που άκουγαν και οι αντιδράσεις του κοινού ήταν ανάλογες με το νόημα των τραγουδιών, οπότε τις πρωινές ώρες επήλθε ο κορεσμός από την ψυχαγωγία με την κοσμική μουσική, τότε όλοι οι θαμώνες του κέντρου, κατά πλειοψηφία νέοι και νέες, ζητούσαν από το Γαϊτάνο να τους πει έναν ψαλμό. Και αυτός ανταποκρινόμενος στην απαίτηση του κοινού, απήγγειλεν εμμελώς τον Ύμνον της Αγάπης (Α΄ Κορ. του Αποστόλου Παύλου). Μετά το τέλος της απαγγελίας, η αντίδραση όλου του κόσμου ήταν για μένα η μέγιστη έκπληξη της βραδιάς, γιατί τα χειροκροτήματα του κοινού κράτησαν δέκα λεπτά περίπου και ο κόσμος αυτός, που κατά το πλείστον, ως εφαίνοντο σε μένα, δεν είχε σχέση με τα δρώμενα στους Ναούς, όταν ήκουσε τας ηθικάς παραινέσεις του Παύλου, για αγάπη, ελευθερία και κοινωνική δικαιοσύνη, έννοιες θεϊκής πνοής, τονισμένες με τη Βυζαντινή μας Μουσική, που έφτασε ως εμάς από τους αρχαίους θεωρητικούς και αναπτύχθηκε σε περίτεχνη επιστήμη από τους μελωδούς και τους Πατέρες της χριστιανικής πίστης, ήταν επόμενο να εκδηλωθεί, όπως εκδηλώθηκε.

    Άλλωστε, οι καλλιτέχνες του Ιερού Αναλογίου, έχουν μεγάλες εμπειρίες από τέτοιες εκδηλώσεις, οι οποίες φανερώνουν τη διαχρονική αξία της ελληνικής μουσικής, που πάντα συγκινεί την ψυχή του ανθρώπου, τον οποίο ανεβάζει στη σφαίρα του ανέκφραστου και του μεγαλειώδους.

     

     

     

    Επικοινωνία

    Σχολή Βυζαντινής Μουσικής

    Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος & Αλμυρού

    Διεύθυνση: Αναλήψεως 164Α – Όγλ., Τ.Κ. 38221, ΒΟΛΟΣ

    Τηλ.: 24210 93517, 2421040440, 6972838348
    email: sxolibmimd@gmail.com

     

     

    © 2024 Σχολή Βυζαντινής Μουσικής Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος & Αλμυρού. All Rights Reserved.

    Powered by Virtual Technologies