Κωνσταντίνου Καραγκούνη, "῾Η Διδασκαλία τῆς Ψαλτικής Τέχνης στήν ῾Ι.Μ. Δημητριάδος"

     

    ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ Χ. ΚΑΡΑΓΚΟΥΝΗ

     

    Ποιά εἶναι ἡ θέση καί ἡ κατάσταση τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης στήν ἐποχή μας;

    ῎Αν κανείς παρακολουθήσει τή σημερινή λατρευτική πράξη στούς ἑλληνικούς ναούς, εὔκολα θά διαπιστώσει τόν ἐκφυλισμό της, πού σέ ἕνα μεγάλο βαθμό ὀφείλεται στόν ἐκφυλισμό τῆς ψαλλόμενης μουσικῆς· Στά ἱεροψαλτικά ἀναλόγια παρατηρεῖται θλιβερή λειψανδρία -πολλές φορές ἀπουσιάζει καί αὐτός ὁ ἀριστερός Ψάλτης- ὁ δέ μέσος ὅρος ἡλικίας εἶναι ἀπογοητευτικά ὑψηλός. ῾Η ἀπουσία Χοροῦ Ψαλτῶν, ἀκόμη καί ἀπό τούς μεγαλύτερους καί πλέον κεντρικούς ναούς τῶν ἀστικῶν κέντρων, διαμορφώνει -ὡς μή ὄφειλε- τήν Ψαλτική Τέχνη σέ μονοφωνικό ἄσμα. ῾Ο ἕνας καί κατάμονος Ψάλτης (στήν καλλίτερη τῶν περιπτώσεων μέ συνοδεία ἑνός-δύο ᾿Ισοκρατῶν) ἀδυνατεῖ νά ἀντεπεξέλθει στίς ἀπαιτήσεις καί προδιαγραφές τῶν βυζαντινῶν μελῶν καί καταφεύγει σέ αὐτοσχεδιασμούς καί νεοφανεῖς κενότητες, μέ τραγικές συνέπειες· ᾿Από τό ἐκκλησιαστικό μέλος χάνεται ὁ ρυθμός. Οἱ ἑρμηνεῖες ἐκπίπτουν σέ βραδεῖες καί δυσκίνητες ἐκτελέσεις, πού ταλαιπωροῦν τό ἐκκλησίασμα. ῾Η βραδύτητα τῶν μελῶν παρατείνει ἀλόγιστα τή διάρκεια τῶν ᾿Ακολουθιῶν. Τό χειρότερο, καταργοῦνται καί χάνονται τά παλαιά κλασικά μέλη καί εἰσάγονται ἀνατολικόφερτοι ἀμανέδες, ἐλευθεριάζουσες φόρμες δημοτικῶν τραγουδιῶν ἤ δυτικότροπες καντάδες. ῾Επομένως, τήν ἀπουσία τοῦ βυζαντινοῦ μέλους ἀναπληρώνουν ἄμετροι λαρυγγισμοί καί προκλητικές φωνητικές ἐπιδείξεις.

    Καί, ἐνῶ σήμερα ἔχει ἐγερθεῖ πολύς καί ἔντονος προβληματισμός σχετικά μέ τίς δυσκολίες καί τήν ἐπάρκεια τοῦ κατηχητικοῦ ἔργου τῆς ᾿Εκκλησίας, κυρίως στούς νέους, μέ θλίψη διαπιστώνει κανείς ὅτι ὄχι μόνον δέν ἐκσυγχρονίζονται τά μέσα καί οἱ δράσεις ἀσκήσεως τοῦ κατηχητικοῦ ἔργου, ἀλλά καί τά παραδοσιακῶς προσοδοφόρα μέσα, ὅπως ἡ Ψαλτική Τέχνη, δέν ἀξιοποιοῦνται ἤ μᾶλλον ἀμελοῦνται καί ἀγνοοῦνται παντελῶς. Κι ὅμως, ἡ συμμετοχή στό Ψαλτήρι εἶναι μετοχή στά λατρευτικά δρώμενα, ἱκανή νά φέρει πολύ καρπό κατήχησης στά παιδιά καί τούς νέους. Δέν εἶναι, ἄλλωστε, τυχαῖο, ὅτι οἱ πρωτοχριστιανικές αἱρέσεις ἀντιλήφθηκαν πρῶτες τήν τεράστια ἑλκτική δύναμη τῆς μουσικῆς καί πρῶτες τή μεταχειρίστηκαν στή λατρεία τους ὡς βασικό προσηλυτιστικό μέσο.

    ᾿Αφ’ ἑνός μέν, ἡ Ψαλτική Τέχνη εἶναι ἑνιαία καί ἀδιάσπαστη στά δομικά της στοιχεῖα (῏Ηχοι, Γένη, Κλίμακες, Συστήματα, Μουσικά Διαστήματα, Μελικές Θέσεις, Ρυθμικά Σχήματα) ἀπό τούς πρωτοχριστιανικούς αἰῶνες ὥς τίς μέρες μας. ᾿Αφ’ ἑτέρου δέ, σέ ὅλες τίς ἐποχές διαμορφώνονται καί ὑφίστανται κατά τόπους Ψαλτικές Παραδόσεις, οἱ ὁποῖες διαφοροποιοῦνται στά ἐπιμέρους καί δευτερεύοντα χαρακτηριστικά τῆς ᾿Εκκλησιαστικῆς Μουσικῆς, δηλαδή, στήν ἐκφορά τοῦ μέλους, στήν προφορά, στή χρονική ἀγωγή (ταχύτητα τοῦ μέλους), στίς ἐκφραστικές ἰδιαιτερότητες (λαρυγγισμούς, φωνητικά ποικίλματα κ.τ.ὅ.), ἀλλά καί σέ ὁρισμένα τοπικά μέλη (π.χ. κωνσταντινουπολίτικο μέλος, ἁγιορείτικο, θεσσαλονικαῖο, θεσσαλικό καί λοιπά). Οἱ τοπικές Ψαλτικές Παραδόσεις καλοῦνται καί ῞Υφος, μεταδίδονται δέ προφορικά ἀπό δάσκαλο σέ μαθητή, ἀπό Πρωτοψάλτη σέ Λαμπαδάριο κ.ο.κ.

    ῾Η καταγραφή τῶν κατά τόπους Ψαλτικῶν Παραδόσεων (ὅπως, στήν προκειμένη περίπτωση, ἡ μαγνησιώτικη), μπορεῖ νά ἀποτελεῖ πηγή μουσικολογικῶν, ἀνθρωπολογικῶν καί ἱστορικῶν μελετῶν. ῎Ετσι, γιά παράδειγμα, ἡ μελέτη τοῦ ἱεροψαλτικοῦ ὕφους καί τοῦ ρεπερτορίου ἑνός Ψάλτη εἶναι σέ μέγιστο βαθμό “καθρέφτης” τοῦ δασκάλου του καί τῆς παράδοσης, πού αὐτός κουβαλᾶ. ῾Η ἐπισήμανση κωνσταντινουπολίτικων, πατριαρχικῶν ἤ ἁγιορείτικων ἐπιδράσεων κατά τή χαρτογράφηση τῆς Ψαλτικῆς Παράδοσης μιᾶς περιοχῆς, δέν ἀποτελεῖ μόνο ἔνδειξη τῆς ἐμβέλειας π.χ. τῆς Πόλης ἤ τοῦ ῾Αγίου ῎Ορους, ἀλλά, καί ἀντιστρόφως, ἀπόδειξη τῶν σχέσεων μιᾶς περιοχῆς μέ τά κατά περιόδους ἐκκλησιαστικά, μοναστικά καί πολιτικά κέντρα.

    ῎Αν καί ἡ Θετταλομαγνησία ὑπῆρξε σχετικά ἀπομακρυσμένη ἀπό τά μεγάλα ἐκκλησιαστικά κέντρα τῆς ᾿Ορθοδοξίας (Κωνσταντινούπολη, ῞Αγιον ῎Ορος κ.λπ.), στά ὁποῖα ἡ Ψαλτική Τέχνη γνώρισε ἐξαιρετικά μεγάλη ἄνθηση, ἐντούτοις ἡ δυναμική αὐτῶν τῶν ἐκκλησιαστικῶν μουσικῶν πόλων δέν ἦταν δυνατό νά ἀφήσει ἀδιάφορους τούς κατοίκους τῆς Μαγνησίας. ῾Η ἀπό τόν ΙΗ´ ἤδη αἰώνα παρατηρούμενη ἐδῶ ἀνάκαμψη τοῦ ἐμπορίου, τῶν γραμμάτων καί τῶν τεχνῶν, παράλληλα καί ἡ παρουσία καλῶς συγκροτημένης ἐκκλησιαστικῆς ὀργάνωσης ἐπισκοπῶν ἤ μητροπόλεων, καλλιέργησε τό ἔδαφος γιά μορφωτικές καί καλλιτεχνικές ἐπαφές μέ τά διορθόδοξα αὐτά πνευματικά κέντρα.

     

    ῾Η ᾿Εκκλησιαστική Μουσική τῆς Μαγνησίας ἔχει νά καυχᾶται γιά τή στενή σχέση της -κατά τούς τρεῖς περασμένους αἰῶνες- μέ τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως καί τό ῞Αγιον ῎Ορος. Οἱ δύο αὐτοί πόλοι ἀνάπτυξης καί καλλιέργειας τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης ἐπηρέασαν καί ἐμβολίασαν τήν περιοχή μέ τόν ὀρό τοῦ γνήσιου καί αὐθεντικοῦ Βυζαντινοῦ Μέλους, ἐνῶ ταυτόχρονα, τροφοδοτήθηκαν καί οἱ ἴδιοι μέ ἔμψυχο ὑλικό προερχόμενο ἀπό τή Μαγνησία. Πολλοί καί σημαντικοί μαγνησιῶτες ἐγκατεστημένοι στήν Πόλη καί στό ῎Ορος, ἔπαιξαν πρωτεύοντα ρόλο στή διακονία τῆς ᾿Εκκλησιαστικῆς Μουσικῆς, ψάλλοντας, διδάσκοντας, μελοποιώντας, ἀντιγράφοντας μουσικούς κώδικες ἤ καί χρηματοδοτώντας τή συγκρότηση μουσικῶν χειρογράφων.

     

    Κωνσταντινουπολίτικη Πατριαρχική Παράδοση. Κατ’ ἀρχάς, διατηρεῖται ἀνοικτή γραμμή ἐπικοινωνίας τῆς Μαγνησίας μέ τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως. ῾Η ἐπαφή αὐτή καθιστᾶ γνωστούς στή Μαγνησία τούς Πρωτοψάλτες, Λαμπαδαρίους καί Δομεστίκους τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ ᾿Εκκλησίας, συμβάλλει δέ στή διάδοση τῶν ἔργων τους, στήν καθιέρωση τοῦ λεγόμενου «Πολίτικου» ψαλτικοῦ ὕφους καί γενικότερα τοῦ πατριαρχικοῦ λατρευτικοῦ τελετουργικοῦ. Μάλιστα, πολλοί εἶναι ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι -ἀκόμη καί σέ πιό πρόσφατες περιόδους- καταφεύγουν στήν Πόλη γιά σπουδές στήν ᾿Εκκλησιαστική Μουσική, μέ διακαή πόθο νά γίνουν «ἀκουσταί» τῶν ψαλτῶν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου. ᾿Εξάλλου, οἱ ἀνταλλαγές καί οἱ ἐκδιώξεις τῶν Ρωμιῶν ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη φέρνουν πολλούς πρόσφυγες Ψάλτες καί μουσικοδιδασκάλους στή Μαγνησία καί γίνονται ἀφορμή γιά νά ἐμπλουτιστεῖ ποσοτικῶς καί ποιοτικῶς τό ἱεροψαλτικό δυναμικό τῆς περιοχῆς.

     

    ῾Αγιορείτικη Ψαλτική Παράδοση. ᾿Από τήν ἄλλη πλευρά, ἡ ἀκτινοβολία τοῦ ῾Αγίου ῎Ορους καί ἡ κατά περιόδους ἔξαρση τῶν τάσεων μοναχισμοῦ, συμβάλλουν στή δημιουργία ἑνός ἀμφίδρομου ρεύματος, τό ὁποῖο τροφοδοτεῖ τόν ῎Αθω μέ μοναχούς ἤ ἁπλούς ἐπισκέπτες καί τή Μαγνησία μέ διασυνδέσεις (προσωρινά διαμένοντες στό ῎Ορος ἱεροσπουδαστές ἤ ἐργάτες, μετακινούμενους προσκυνητές, μοναστηριακά μετόχια κ.τ.ὅ.). Οἱ διασυνδέσεις αὐτές ἐμπλουτίζουν μέ ἔμψυχο ὑλικό (διδασκάλους, μελουργούς, ψάλτες, κωδικογράφους καί τά σχετικά) τήν ἐντόπια Ψαλτική Παράδοση καί ἀνανεώνουν τό μουσικό ρεπερτόριο ἤ τό τελετουργικό τῶν ᾿Ακολουθιῶν, προσαρμόζοντάς το στά ῾Αγιορειτικά πρότυπα. ᾿Εξάλλου, καθόλου εὐκαταφρόνητη δέν εἶναι καί ἡ ἐπιρροή τῶν Μετεώρων -του ἄλλου μοναστικοῦ ὀμφαλοῦ- στή διαμόρφωση τοῦ ὕφους καί ἤθους τῆς μαγνησιωτικῆς Ψαλτικῆς Τέχνης.

     

    Σμυρναίικη Ψαλτική Παράδοση. Τέλος, θά ἦταν παράλειψη νά μή γίνει λόγος γιά τίς ἐπιρροές πού ἀσκεῖ ἡ Σμυρναϊκή Ψαλτική Παράδοση. ῾Η τελευταία καταφθάνει ἐδῶ σέ μικρή κλίμακα μέσῳ τῶν ποικίλων συναλλαγῶν τῆς Μαγνησίας μέ τή Μικρά ᾿Ασία καί τά νησιά τοῦ ᾿Ανατολικοῦ Αἰγαίου, ὅμως τά μετά τόν μικρασιατικό ξεριζωμό κύματα προσφύγων μεταφέρουν εὐρύτερα τήν Ψαλτική τους Παράδοση, ἡ ὁποία ἀκόμη καί σήμερα συμβάλλει στή διαμόρφωση τοῦ τοπικοῦ ἐκκλησιαστικοῦ μουσικοῦ ἰδιώματος.

    Πάντως, ἡ ζύμωση ὅλων τῶν ἀνωτέρω καλλιτεχνικῶν ρευμάτων -ἴσως καί ἄλλων ἀκόμη μικρότερης ἐμβέλειας- ἄφησε ὡς προίκα ἕνα χαρακτηριστικό τοπικό Ψαλτικό ῞Υφος, καθαρό καί διαυγές, τό ὁποῖο συνδυάζει ὅλα τά καλά στοιχεῖα τῶν λοιπῶν Ψαλτικῶν Παραδόσεων.

    Στό α´ τέταρτο τοῦ Κ´ αἰώνα, ποικίλες τοπικές καί ἐθνικές συγκυρίες φέρνουν ζυμώσεις καί μεγιστοποίηση τοῦ σχετικοῦ ἐνδιαφέροντος. ῎Εχει προηγηθεῖ στίς ἀρχές τοῦ αἰώνα ἡ κάθοδος ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη στήν ᾿Αθήνα τοῦ μουσικοδιδασκάλου καί μουσικολόγου ἐρευνητῆ Κωνσταντίνου Ψάχου. Αὐτός ἱδρύει τή Σχολή Βυζαντινῆς Μουσικῆς τοῦ ᾿Ωδείου ᾿Αθηνῶν, διδάσκει πλῆθος μαθητῶν, ἐρευνᾶ καί μελετᾶ τίς μουσικές πηγές, δημοσιεύει βιβλία καί ἐπιστημονικά ἄρθρα καί, κυρίως, ἐκδίδει ἐπί μακρότατο χρονικό διάστημα τή σπουδαιότατη μουσικολογική ἐφημερίδα «Φόρμιγξ», ὅπου δημοσιεύεται πλῆθος μελετῶν καί διατριβῶν γιά τήν Ψαλτική Τέχνη. ᾿Απόηχος αὐτῆς τῆς ἐπιστημονικῆς καί καλλιτεχνικῆς ἔξαρσης φαίνεται πώς εἶναι καί ἡ ἄνθηση τῆς ᾿Εκκλησιαστικῆς Μουσικῆς στό Βόλο καί τό Πήλιο. Τά εὔπορα χωριά τοῦ Πηλίου προσκαλοῦν καί καλοπληρώνουν σημαντικότατους Ψάλτες ἀπό ὅλη τήν ῾Ελλάδα, γιά νά ψάλουν στούς ναούς τους μόνιμα ἤ περιστασιακά στίς πανηγύρεις. Σταδιακά, βέβαια, τό ἐπίκεντρο μετατοπίζεται στό Βόλο καί ἀπό ἐδῶ περνοῦν σπουδαῖοι πατριαρχικοί Ψάλτες, πού βγάζουν μαθητές καί ἀφήνουν διαδόχους, οἱ ὁποῖοι τελικά διαμορφώνουν τήν Ψαλτική Παράδοση τῆς πόλης. Σήμερα ἡ ἔρευνα ἔχει στά χέρια της μία πλειάδα αὐτόγραφων μουσικῶν κωδίκων ντόπιων ῾Ιεροψαλτῶν καί μελουργῶν τοῦ πρώτου μισοῦ τοῦ Κ´ αἰώνα, μέ προσωπικές τους μελοποιήσεις, ἔργα θαυμάσια ἀλλά δυστυχῶς ἄγνωστα στούς σύγχρονους Ψάλτες. Οἱ κώδικες αὐτοί περιμένουν καρτερικά τήν καταλογογράφησή τους καί -γιατί ὄχι- τήν ἔκδοσή τους. Τό ἔργο αὐτό ὅσο καθυστερεῖ, στερεῖ τήν Μαγνησία ἀπό ἱστορικές-μουσικολογικές γνώσεις καί τό δικαίωμα νά καυχιέται γιά τήν πλουσιότατη παράδοσή της.

    Οἱ μουσικές πηγές τοῦ Κ´ αἰώνα εἶναι συνήθως μουσικά Τετράδια ῾Ιεροψαλτῶν, ἀντίγραφα παλαιότερων Τετραδίων τῶν δασκάλων τους, τά ὁποῖα ἀναπαράγουν γιά πρακτικούς λόγους, διδακτικούς καί ψαλτικούς. Χαρακτηριστικό αὐτῶν τῶν χειρογράφων εἶναι ὅτι εἶναι γραμμένα σέ κόλλες ἀναφορᾶς ἤ μαθητικά τετράδια μέ νεότερα πρόχειρα μέσα, ὅπως μολύβια, στυλό ἤ καί μαρκαδόρους, πολλές φορές πολύχρωμα (μπλέ ἤ μαῦρα σημάδια, κόκκινα ἤ πράσινα γράμματα καί ἰσοκρατήματα). Τά χειρόγραφα αὐτά εἶναι πολύτιμα γιά τήν τοπική Ψαλτική Παράδοση, γιατί ἀνθολογοῦν σπουδαῖα ἔργα μαγνήτων μελουργῶν, σύγχρονων ἤ λίγο προγενέστερων τοῦ χρόνου γραφῆς τῶν Τετραδίων, ἤ πάλι παραδίδουν ἐνδιαφέροντες κολοφῶνες μέ ἱστορικά στοιχεῖα γιά τούς διδασκάλους τῶν γραφέων ἤ ἐνθυμήσεις γιά προσωπικά στοιχεῖα καί συμβάντα τῶν ἴδιων.

    Γράψαμε ἤδη σέ προηγούμενη εὐκαιρία ὅτι οἱ μουσικές πηγές τοῦ Κ´ αἰώνα εἶναι συνήθως μουσικά Τετράδια ῾Ιεροψαλτῶν, ἀντίγραφα παλαιότερων Τετραδίων τῶν δασκάλων τους, τά ὁποῖα ἀναπαράγουν γιά πρακτικούς λόγους, διδακτικούς καί Ψαλτικούς. Τά χειρόγραφα αὐτά δέν ἔχουν τήν αἰσθητική τῶν παλαιῶν κωδίκων. ᾿Απουσιάζουν τά περίτεχνα καί πολύχρωμα ἐπίτιτλα κοσμήματα, τά κεφαλαιογράμματα καί οἱ μινιατοῦρες, γενικά, τά ἔργα γίνονται ὁλοένα ἁπλούστερα καί ἀκαλαίσθητα. ῾Υπενθυμίζεται, ἐπίσης, ὅτι εἶναι γραμμένα σέ κόλλες ἀναφορᾶς ἤ μαθητικά τετράδια μέ νεώτερα πρόχειρα μέσα, ὅπως μολύβια, πένες, στυλό, ἀκόμη καί μαρκαδόρους, ἐνῶ πολλές φορές εἶναι πολύχρωμα (μπλέ ἤ μαῦρα σημάδια, κόκκινα ἤ πράσινα γράμματα καί ἰσοκρατήματα). Μόνο ὁ γραφικός χαρακτήρας τοῦ γραφέα διασώζει μερικές φορές τήν αἰσθητική τῶν Τετραδίων αὐτῶν. ᾿Από τήν ἄλλη πλευρά, ἐπειδή γίνεται καθημερινή χρήση τους στό Ψαλτήρι, συνήθως, εἶναι πολύ φθαρμένα καί ρυπομένα, ἀφοῦ συνήθως στεροῦνται τῆς σκληρῆς στάχωσης καί τῶν θηλυκωτήρων, πού προφύλαγαν τά παλαιά δερματόδετα χειρόγραφα.

    Τό φαινόμενο εἶναι πανελλήνιο καί δέν ἄφησε ἀνεπηρέαστη τή Μαγνησία, παύει δέ ἐντελῶς κατά τίς δύο τελευταῖες δεκαετίες, ὅταν ἐμφανίζεται ἡ δυνατότητα φωτοαντιγραφικῆς ἀναπαραγωγῆς τῶν μελῶν.

    Κάθε τέτοιο Τετράδιο ἀποτελεῖ συμπίλημα ἀντιγραφῶν ἐκλεκτῶν συνθέσεων νεώτερων μελουργῶν, πολλές φορές ἀπό ἐκδοθέντα βιβλία. Παρόλα αὐτά εἶναι πολύτιμα γιά τήν τοπική Ψαλτική Παράδοση -ἰδίως τά παλαιότερα-, γιατί πολλές φορές ἀνθολογοῦν σπουδαῖα ἔργα Μαγνήτων μελουργῶν, ἄγνωστων τίς περισσότερες φορές, σύγχρονων ἤ λίγο προγενέστερων τοῦ χρόνου γραφῆς τῶν Τετραδίων, ἐνῶ ἄλλοτε παραδίδουν ἐνδιαφέροντες κολοφῶνες μέ ἱστορικά στοιχεῖα τῶν ἴδιων τῶν γραφέων ἤ λεπτομέρειες γιά τούς δασκάλους τους.

    Τήν τελευταία δεκαετία, προσωπική ἔρευνα ἔφερε στό φῶς ἕνα σημαντικό ἀριθμό τέτοιων κωδίκων, κάποιοι ἀπό τούς ὁποίους -ὅπως θά φανεῖ παρακάτω- εἶναι πολυτιμότατοι καί μοναδικοί. Περιέχουν ἀξιόλογες προσωπικές μελοποιήσεις Μαγνησιωτῶν μελουργῶν, κλασικοῦ ἤ νεώτερου ὕφους, πρωτότυπες καί εὐφάνταστες, πού, δέν εἶναι καθόλου ὑπερβολή νά εἰπωθεῖ, ὅτι θά τίς ζήλευαν ἀκόμη καί Πατριαρχικοί Ψάλτες.

    ῞Οσα ἀπό τά ἔργα αὐτά ἔχουν ἐπισημανθεῖ, θά παρουσιαστοῦν στήν ἀμέσως ἑπόμενη ἑνότητα, ἡ ὁποία ἀφορᾶ στά πρόσωπα πού διαμόρφωσαν τήν Ψαλτική Παράδοση στή Μαγνησία κατά τόν Κ´ αἰώνα. Στά στοιχεῖα πού παρατίθενται γιά κάθε ῾Ιεροψάλτη καί μουσικοδιδάσκαλο θά γίνεται εἰδική μνεία τοῦ κωδικογραφικοῦ - ἀντιγραφικοῦ του ἔργου καί θά ἐπισημαίνονται οἱ σημαντικότερες πληροφορίες πού ἀντλοῦνται ἀπό αὐτό.

     

    Φ.Ε.Α. 13 - ᾿Αναστασιματάριο-᾿Ανθολογία - α´ μισό ΙΗ´ αἰ.·

    (Φ. 4β)· “Εἰς καιρόν ὁπού ἄρχισα νά διαβάσω τό ᾿Αναστασιματάριον· ἐν ἔτει· 1809· Δεκεμβρίου· 7·- Ζαφείριος.” Καί στή συνέχεια, μέ ἄλλη μελάνη καί ἀπό νεώτερο χέρι· “᾿Εγώ ἤθελα νά διαβάσω ψαλτική ὅμως οἱ κατηραμένοι γουργιώταις (ὖἂὴ) δέν ἔχουν διδάσκαλον καί ἔμεινα ἀμαθής.”

    Οἱ ἀναφορές στό χωρίο Γούρα, τή σημερινή ᾿Ανάβρα ῾Αλμυροῦ, στό φιλόμουσο ἱερέα καί Οἰκονόμο Γούρα Δημήτριο, κτήτορα μουσικῶν χειρογράφων καί οἱ εἰδήσεις γιά τή χειροτονία του, ἡ μαρτυρία γιά τό γιό του Παναγιώτη ᾿Αναγνώστη “πρωτοκανονάρχο Γούρα”, ἀλλά καί ἡ συγκλονιστική ἐξομολόγηση· “᾿Εγώ ἤθελα νά διαβάσω ψαλτική ὅμως οἱ κατηραμένοι γουργιώταις (ὖἂὴ) δέν ἔχουν διδάσκαλον καί ἔμεινα ἀμαθής” ἀποτελοῦν ψηφίδες ἑνός πλούσιου ψηφιδωτοῦ. ᾿Αλλά καί οἱ λοιπές μαρτυρίες γιά τή Σκόπελο καί τόν Οἰκονόμο ἱερέα Παναγιώτη (νά εἶναι ὁ γιός τοῦ Οἰκονόμου Γούρα;) μπορεῖ, τελικά, νά ἀποδειχθοῦν πολύ σημαντικές εἰδήσεις.

     

    Ξενιᾶς 23· Στό φ. 1α εἶναι σημειωμένος ὁ ἀκριβής τίτλος τοῦ βιβλίου· “᾿Αρχή σύν Θεῷ ἁγίῳ Στιχηράριον Καλοφωνικόν, ποίημα καί ποιηθέν παρά κύρ Γερμανοῦ ᾿Αρχιερέως Νέων Πατρῶν ἐκ Τίρναβου. Μήν Σεπτέμβριος, εἰς τήν α´ ᾿Αρχή τῆς ᾿Ινδίκτου, ἤτοι τοῦ νέου ἔτους καί μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Συμεών τοῦ Στυλίτου, Στιχηρά ἰδιόμελα τοῦ ὁσίου, Δόξα, ἦχος πλ. α´, ῞Οσιε πάτερ, καλήν ἐφεῦρες κλίμακα...”.

    ῾Η ἀξία τοῦ κώδικα εἶναι μεγάλη, γιατί εἶναι χρονολογημένος, ἐνῶ δύο φορές ἀποκαλύπτεται καί ὁ γραφέας του. ῾Η πρώτη μαρτυρία κατατίθεται στό φ. 367α· “Τέλος τοῦ Τριωδίου. ᾿Ετελειώθη εἰς Πλάτανον εἰς τούς αψοζ´ (1777), Αὐγούστου η´, ἐκ χειρός ᾿Αναγνώστη ἐκ Τρίκερι, μαθητοῦ Στέργιου ἐκ Τίρναβου καί εὔξασθε ὑπέρ αὐτῶν.” ῾Η δεύτερη στό φ. 404α· “Τέλος τοῦ Πεντηκοσταρίου. ᾿Ετελειώθη εἰς Πλάτανον εἰς τούς αψοβ´ ἤ αψοζ´, ᾿Ιουλίου γ´, ἐκ χειρός ᾿Αναγνώστου ἐκ Τρίκερι, μαθητοῦ Στεργίο ἐκ Τίρναβου καί εὔξασθε ὑπέρ αὐτῶν τοῦ εὐτελοῦς (ὖἂὴ).“Τό γεγονός ὅτι ὁ κωδικογράφος δηλώνει μαθητής ἑνός γνωστοῦ μεταβυζαντινοῦ μελουργοῦ, τοῦ Στέργιου Τυρναβίτου καί ὅτι τό ἔργο συντίθεται στό χωριό Πλάτανος τοῦ ῾Αλμυροῦ, ἀποκαλύπτει τήν ἄνθηση τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης καί τῆς βιβλιογραφικῆς παραγωγῆς στήν περιοχή κατά τόν ΙΗ´ αἰώνα.

     

    Βιβλιοθήκη τοῦ Θρησκευτικοφιλολογικοῦ Συλλόγου «Τρεῖς ῾Ιεράρχες»· ῞Ενα ὀγκῶδες καί καλαίσθητο χειρόγραφο, γραμμένο στή Νέα Μέθοδο ᾿Αναλυτικῆς Σημειογραφίας. Μία μεγάλη ᾿Ανθολογία μέ τά χρειώδη του ᾿Αναστασιματαρίου, τοῦ ῎Ορθρου καί τῆς Θ. Λειτουργίας. ῾Ο κώδικας εἶναι ἐνυπόγραφος· “Αὐτή ἡ Ψαλτική ἐχειρογράφη παρά τοῦ Διδασκάλου ᾿Ιωάννου ῾Ιερέως παπᾶ Θεολόγου ἀπό χωρίον Σταγιάτης κατά τό ἔτος 1830.” ῞Εναν αἰώνα μετά τό βιβλίο βρέθηκε στά χέρια τοῦ Τσαγκαραδιώτη ῾Ιεροψάλτη Κωνσταντίνου Γαβρίνη· «Τό παρόν βιβλίον μοί ἐδόθη ὑπό τοῦ φίλου Θεοδ. Χαλκιᾶ εἰς ἀνάμνησίν του διά εὐγενική συνεργασίαν Κωνστ. Εὐθ. Γαβρίνης - Λογιστής καί ῾Ιεροψάλτης, μαθητεύσας τά μουσικά Γράμματα παρά ῾Ιερ. Κων. Κατσώλα, ἀριστούχου Σχολῆς Πατριαρχικῆς, ῾Ιερ. Στ. Ζήτη, ἀποφοίτου Σχολῆς Ψάχου καί Γεωργίου Ψυχούλη, πατριαρχικοῦ μουσικοδιδασκάλου καί ῾Ιεροψάλτου.”

     

    Χρονική Παρουσίαση

    Στή συνέχεια γίνεται μία προσπάθεια νά παρουσιαστοῦν σέ χρονική σειρά τά πρόσωπα ὀνομαστῶν ἤ λιγότερο γνωστῶν μουσικοδιδασκάλων καί ῾Ιεροψαλτῶν, πού ὑπηρέτησαν καί μέ ποικίλους τρόπους προήγαγαν τήν Ψαλτική Τέχνη στό Βόλο καί τίς γύρω περιοχές κατά τήν ἐξεταζόμενη περίοδο, ὅσα ἡ μέχρι τώρα ἔρευνα κατόρθωσε νά συγκεντρώσει. ᾿Εδῶ πρέπει νά διευκρινιστεῖ, πώς παρότι ἀναφερόμαστε στόν Κ´ αἰώνα, πολλά πρόσωπα ἔχουν γεννηθεῖ στό β´ μισό τῆς ΙΘ´ ἑκατονταετίας, ὅμως ἡ περίοδος ἀκμῆς τους σαφέστατα προσδιορίζεται μέσα στόν ἑπόμενο αἰώνα.

     

    ᾿Αναγνώστης Κοντόπουλος (1858-1931)

     

    ῾Ο ᾿Ιωάννης Δημητρίου Κοντόπουλος γεννήθηκε στόν ῎Ανω Βόλο στίς 5 Δεκεμβρίου τοῦ 1858 καί πέθανε στίς 5 Αὐγούστου τοῦ 1931 σέ ἡλικία 73 ἐτῶν. Νυμφεύθηκε τήν Εὐθυμία ἀπό τόν ῞Αγ. Λαυρέντιο Πηλίου, μέ τήν ὁποία ἀπέκτησε ἕξι παιδιά καί δεκατέσσερα ἐγγόνια. Πρωτότοκος ἦταν ὁ ᾿Ανδρέας, γεννημένος στά 1882.

    ῾Ο ᾿Ιωάννης Κοντόπουλος διδάχθηκε τήν Ψαλτική ἀπό κάποιον ῾Ιερομόναχο Διονύσιο, γεγονός καθοριστικό στή διαμόρφωση τοῦ ἱεροψαλτικοῦ του ὕφους καί ἤθους. Γιά ἕνα χρονικό διάστημα βρέθηκε στήν Κωνσταντινούπολη, ἐργαζόμενος ὡς ὑπάλληλος, ὅπου τοῦ δόθηκε εὐκαιρία νά καλλιεργήσει σέ βάθος τή Βυζαντινή Μουσική. ῏Ηρθε σέ ἐπαφή μέ τήν Ψαλτική παράδοση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, στοιχεῖο τό ὁποῖο ἀποτυπώνεται στό μελοποιητικό του ἔργο. ᾿Επιστρέφοντας ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη ἐγκαταστάθηκε πάλι στό Βόλο καί ἔχοντας σημαντική κτηματική περιουσία δέν ἄσκησε κάποιο ἐπάγγελμα. ᾿Ασχολήθηκε ἀποκλειστικά μέ τή διδασκαλία τῆς Ψαλτικῆς, τή μελοποίηση καί τή συγκρότηση μουσικῶν χειρογράφων ὕψιστης καλλιτεχνικῆς καί αἰσθητικῆς ἀξίας. Στά αὐτόγραφα αὐτά κατέγραψε τά πολυάριθμα μελουργήματά του, πού ἀφοροῦν σέ κάθε ᾿Ακολουθία. ῾Ο ἴδιος δέν ἔψαλλε σέ κάποιο Ναό, ἔγινε, ὅμως, ᾿Αναγνώστης μέ Χειροθεσία καί ἔκτοτε κράτησε ὡς μικρό ὄνομα τό «᾿Αναγνώστης». ῏Ηταν λαμπρός μουσικοδιδάσκαλος καί συγγραφέας, μέ πάθος γιά τήν Ψαλτική. ᾿Αναφέρεται ὡς ἐποπτεύων, μαζί μέ τόν Γεώργιο Ψυχούλη, τῆς Α´ Σχολῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς τῆς ῾Ι. Μ. Δημητριάδος ἐπί Μητροπολίτου Γερμανοῦ (1923-1925 περίπου). Στούς μαθητές του καταγράφονται ὁ Κωνσταντίνος Γαβρίνης καί ὁ Γεώργιος Γερόπουλος.

    Γιά τό θάνατό του πληροφορίες μᾶς παρέχει ὁ γιός του ᾿Ανδρέας σέ σημείωμά του στό τέλος ἑνός αὐτογράφου τοῦ πατέρα του· “῾Ο μελοποιήσας καί ἰδιοχείρως γράψας ἐν τῷ παρόντι τεύχει ἐκκλησιαστικά ἄσματα ᾿Ιωάννης ᾿Αναγνώστης Κοντόπουλος, γεννηθείς ἐν ῎Ανω Βόλῳ τό ἔτος 1858, Δεκεμβρίου 5, ἀπεβίωσε ἐν Βόλῳ τό ἔτος 1931, Αὐγούστου 5, κηδευθείς εἰς τόν Μητροπολιτικόν Ναόν τοῦ ῾Αγίου Νικολάου, προεξάρχοντος τῆς ἐπικηδείου πομπῆς καί ἀκολουθίας τοῦ ἀοιδίμου Μητροπολίτου Δημητριάδος Γερμανοῦ Μαυρομάτη. ῾Ο μεταστάς μουσικοδιδάσκαλος, στή Βυζαντινή Μουσική ἐνετάχθη ἀπό νεανικῆς ἡλικίας παρά τοῦ φημισμένου τότε ἱερομονάχου Διονυσίου, εἰς ἥν καθ’ ὅλον του τόν βίον καί μέχρι τελευταίας του πνοῆς ἀφοσιώθηκε μετά ζηλευτῆς ἐπιμελείας, εἰς τρόπον ὥστε νά θεωρεῖται παρά πάντων τῶν τήν Βυζαντινήν Μουσικήν ἐρώντων ἀναμφισβήτητος αὐθεντία... ᾿Ανδρέας Κοντόπουλος.”

    ᾿Εκτός ἀπό τό παραπάνω αὐτόγραφο τοῦ ᾿Αναγνώστη Κοντόπουλου πού κατέχει σήμερα ὁ ἐγγονός του Δημήτριος, ἕνα ἀκόμη βρίσκεται στά χέρια τοῦ γράφοντος, ἀφοῦ πρῶτα πέρασε ἀπό τά χέρια τῶν Σωτήριου Σχοινᾶ καί Χρήστου Τακούδη. Πρόκειται γιά ἐξαιρετικά καλαίσθητη ᾿Ανθολογία ῾Εσπερινοῦ, ῎Ορθρου, Λειτουργίας καί Δοξασταρίου, 384 σελίδων, ἀποτελούμενη ὁλόκληρη ἀπό προσωπικές μελοποιήσεις τοῦ μακαριστοῦ διδασκάλου. Τό χειρόγραφο ὁλοκλήρωσε ὁ Κοντόπουλος ἕνα χρόνο πρίν τό θάνατό του καί τό ἀφιέρωσε στό μαθητή του Σωτήριο Σχοινά, ὁ ὁποῖος τό βιβλιοδέτησε ἀριστοτεχνικά. ῾Η ἀφιέρωση ἔχει ὡς ἑξῆς· “Τῷ ἀγαπητῶ μοί μαθητῇ κ. Σωτηρίῳ Σχοινᾷ, ἀγάπης ἕνεκεν δωροῦμαι τό παρόν πόνημά μου. ῾Ο μελοποιήσας καί γράψας. ᾿Ιωάννης ᾿Αναγνώστης Κοντόπουλος. ᾿Εν Βόλῳ, Μάιος 1930.”       

     

    (῎Ερευνα - Κείμενο· Κων. Χ. Καραγκούνης. Τίς πληροφορίες μᾶς παραχώρησε ὁ ἐγγονός τοῦ μουσικοδιδασκάλου, ὁ κ. Δημήτριος ᾿Ανδρ. Κοντόπουλος, σέ συνέντευξη τῆς 31η Αὐγούστου 1995 στό σπίτι του στό Βόλο. Γιά τόν Κοντόπουλο μνεία γίνεται καί σέ λῆμμα τοῦ ΙΑ´ τόμου τοῦ ᾿Εγκυκλοπαιδικοῦ Λεξικοῦ “ΗΛΙΟΣ”.)

     

     

    Γεώργιος Ψυχούλης (1846-1926)

     

    Μία ἀπό τίς σπουδαιότερες προσωπικότητες τῆς ψαλτικῆς Τέχνης, πού κατά τήν ὥριμη περίοδο τῆς ζωῆς του ἔδρασε στή Μαγνησία, ἐπηρεάζοντας ὁλόκληρο τόν Κ´ αἰώνα, εἶναι ὁ ῾Ιεροψάλτης Γεώργιος Ψυχούλης ὁ Σίφνιος. ῾Η Ψαλτική παράδοση τῆς περιοχῆς ἴσως νά ἦταν τελείως διαφορετική, ἄν δέν εἶχε γίνει τό πέρασμα τοῦ Ψυχούλη ἀπό τά μέρη μας. ῾Ο σπουδαῖος αὐτός μελουργός θά μᾶς ἦταν τελείως ἄγνωστος, ἄν ὁ μαθητής του Κωνσταντίνος Γαβρίνης, λογιστής καί ῾Ιεροψάλτης ἀπό τήν Τσαγκαράδα, δέν παρέδιδε ἕνα σαφέστατο βιογραφικό σημείωμα καί πολλές ἀκόμη σημειώσεις στά μουσικά του αὐτόγραφα Τετράδια·

    “῾Ο μέγας οὗτος τῆς ᾿Εκκλησιαστικῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς ζηλωτής καί διδάσκαλος ἐγεννήθη ἐν Σίφνῳ τῇ 10-8-1846. ᾿Αποδημήσας εἰς Κων/πολιν ζήλῳ κινούμενος πρός τελείαν ἐκμάθησιν τῆς Μουσικῆς προσελήφθη ὑπό τοῦ τότε Μεγ. Διδασκ. καί Πρωτοψ. Πατριαρχείων Γ. Ραιδεστηνοῦ, τοῦ ὁποίου ὑπῆρξε μαθητής καί δομέστικος. Μετ’ οὗ πολύ διωρίσθη Λαμπαδάριος καί Πρωτοψάλτης ἐν Κων/λει καί ἀλλαχοῦ, ὅπου μετέφερε καί διετήρη μετά τῶν ἀδελφῶν του ἐπιχείρηση Καφεζυθοπωλείου καί Θεάτρου.

    ᾿Εσχάτως καί δή κατά τά ἔτη 1900-1905 ἐγκατεστάθησαν καί ἐν Βόλῳ, ὅπου γιά κακή τύχη ἔχασαν τήν περιουσίαν των καί διεσκορπίσθησαν οἱ ἀδελφοί. Μόνος ὅμως ὁ Ψυχούλης, χάρη εἰς τήν μουσικήν, διωρίσθη ἀμέσως Πρωτοψάλτης εἰς τόν ἱερόν ναόν ῾Αγ. Κων/νου, παρ’ ᾧ ἔδρασεν ἐπί 20 ἔτη περίπου καί δή μέχρι τοῦ 1924, ὅποτε ἀπεχώρησε λόγῳ γήρατος καί ἀσθενείας. Μετά ταῦτα ἔψαλλε προαιρετικῶς εἰς τό παρεκκλήσιον τῆς ᾿Επισκοπῆς Βόλου μέχρι τοῦ θανάτου του τῇ 25 ᾿Απριλ. 1926 ἐπισυμβάντος ἐκ ψευδάνθρακος ἐπί τοῦ τραχήλου του. ᾿Αποθανών κατέλιπεν ἀνέκδοτα εἰς 2 τόμους Δοξαστικά, Χερουβικά κλπ. μέ ὑψίστην μουσικήν τέχνην συντεταγμένα ἰδιοχείρως. ᾿Εδίδαξε τήν ᾿Εκκλ. μουσικήν καί ἔσχε πολλούς καλούς μαθητας, ὧν ἔσχατος ὁ ὑποφαινόμενος, ὅστις πρός τιμήν καί μνήμην τοῦ διδασκάλου μου τόν βίον παραθέτω. Βόλος, τῇ 31 Μαΐου 1928. Κων. Γαβρίνης.”

    ῾Ο Γεώργιος Ψυχούλης ἀναφέρεται ὡς ἐποπτεύων, μαζί μέ τόν ᾿Ιωάννη Κοντόπουλο, τῆς Α´ Σχολῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς τῆς ῾Ι. Μητροπόλεως Δημητριάδος, τήν ὁποία ἵδρυσε τόν ᾿Απρίλιο τοῦ 1923 ὁ τότε Μητροπολίτης Γερμανός μέ διευθυντή τόν Κωνσταντίνο Κατσώλα.

    ῞Οταν ἡ Σχολή ἔκλεισε λόγῳ οἰκονομικῶν δυσχερειῶν ὁ Ψυχούλης συνέχισε νά παραδίδει ἰδιαίτερα μαθήματα στό σπίτι του ὥς τήν 31η Μαρτίου 1926, “ὁπότε -σύμφωνα μέ τόν Γαβρίνη- ἀσθενήσας ὑπέκυψε μετ’ ὀλίγον εἰς τόν θάνατον ἐν βαθεῖ γήρατι καί ἐν ἐσχάτῃ πενίᾳ.”

    ᾿Από τούς δύο τόμους τῶν αὐτογράφων τοῦ Ψυχούλη ἔχει ἐπισημανθεῖ μόνον ὁ Β´, 300 καί πλέον σελίδων. Βρίσκεται στήν κατοχή τοῦ ἐκλεκτοῦ Θεολόγου ἐκπαιδευτικοῦ Χαρίτωνος Σαχίνη. Τό χειρόγραφο εἶναι εὐκρινέστατο, εὐανάγνωστο τόσο στά γράμματα, ὅσο καί στούς μουσικούς φθόγγους καί τιτλοφορεῖται “Βυζαντινή Μοῦσα, περιέχουσα τά Δοξαστικά ῾Εσπερινοῦ καί Αἴνων τῶν ἑορταζομένων ἁγίων, Δεσποτικῶν καί Θεομητορικῶν ἑορτῶν, Τριωδίου τέ καί Πεντηκοσταρίου, ὑπό Γεωργίου Ψυχούλη, ῾Ιεροψάλτου Πατριαρχικοῦ, Τόμος Β´, ᾿Εν Βόλῳ τῇ 16 Μαΐου 1924.”

    Τά ἐμπεριεχόμενα μέλη εἶναι ὅλα πραγματικά ἀνέκδοτα καί πρωτότυπα ἔργα τοῦ ἰδίου, ἐκτός μερικῶν ἐξαιρέσεων, τά ὁποῖα μιμοῦνται τό μελοποιητικό ὕφος τοῦ δασκάλου του Γεωργίου Ραιδεστηνοῦ. Πρόκειται γιά ἀργοσύντομα μέλη τοῦ παλαιοῦ Στιχηραρικοῦ Γένους μελοποιίας, τά ὁποῖα μαρτυροῦν τή βαθύτατη θεωρητική καί πρακτική κατάρτιση τοῦ Ψυχούλη, καθώς ἐπίσης τήν αὐθεντική παράδοση, πού μετέφερε. Τά ἔργα του ἔχουν γνωρίσει σημαντική ἀνθολόγηση στά αὐτόγραφα τῶν μεταγενέστερων Μαγνήτων κωδικογράφων.

     

    ῎Ερευνα - Κείμενα· Κων. Χ. Καραγκούνης.

    Γεώργιος Γερόπουλος (1874-1967)

     

    ῾Ο Γεώργιος Γερόπουλος, πατέρας τοῦ βολιώτη μουσικοδιδασκάλου Τρύφωνος Γεροπούλου, γεννήθηκε στό ᾿Αρμένιο (Γκερλή) στά 1874 καί εἶχε ἕναν ἀδελφό ἱερέα, ὀνόματι ᾿Απόστολο, πού ὑπηρετοῦσε στό Κιλελέρ. ῾Ως κληρωτός ἀναφέρεται στά 1894. Σπούδασε Ψαλτική στό Βόλο ἀπό τόν ᾿Ιωάννη ᾿Αναγνώστη Κοντόπουλο καί προσλήφθηκε ὡς Δομέστικος τοῦ Πρωτοψάλτη Γεώργιου Βόλτου στό Μητροπολιτικό Ναό Βόλου ὥς τό 1902. Τότε ἔφυγε στήν Κωνσταντινούπολη, ὅπου γράφτηκε στό Β´ ἔτος τῆς Μεγάλης τοῦ Γένους Σχολῆς, ὅπου εἶχε συμμαθητή τόν Κωνσταντίνο Κατσώλα καί μυήθηκε στό πατριαρχικό Ψαλτικό ὕφος. Σώζεται σήμερα τό ᾿Απολυτήριό του ἀπό τή Σχολή, ὅπου ἀναγράφονται τά ἑξῆς· “῾Ο Γεώργιος Γερόπουλος ἐκ Γκερλή, διακούσας ἅπασαν τήν σειράν τῶν ἐν τῇ Μουσικῇ Σχολῇ τοῦ ᾿Εκκλ. Μουσικοῦ Συλλόγου διδασκομένων μαθημάτων τῆς καθ’ ἡμᾶς ᾿Εκκλ. Μουσικῆς ὡς καί τά στοιχεῖα τῆς Εὐρωπαϊκῆς καί ἐν τῷ τέλει τοῦ Δ´ σχολικοῦ ἔτους ὑποστάς τάς νενομισμένας ἀπολυτηρίους δοκιμασίας ἐκρίθη ἄξιος τοῦ βαθμοῦ ΑΡΙΣΤΑ. ᾿Εφ’ ᾧ καί ἐξεδόθη τό παρόν πτυχίον, δι’ οὗ ἐπιτρέπεται αὐτῷ ψάλλειν τέ ἐπ’ ᾿Εκκλησίαις καί διδάσκειν τήν ῾Ιεράν Μουσικήν. ᾿Εν τοῖς Πατριαρχείοις, τῇ 28ῃ ᾿Απριλίου 1905.” Τό ᾿Απολυτήριο ὑπογράφουν ὁ Πατριάρχης ᾿Ιωακείμ ὁ Γ´, ὁ Λαμπαδάριος ᾿Ιάκωβος Ναυπλιώτης, ὁ Α´ Δομέστικος Κωνσταντίνος Κλάββας καί οἱ μουσικοδιδάσκαλοι Φώτιος Παπαδόπουλος καί Πολυχρόνης Παχείδης. Στήν Κωνσταντινούπολη ὁ Γερόπουλος διετέλεσε καί Δομέστικος τοῦ Λαμπαδάριου Γρηγόριου Πασχαλίδη στόν ῾Ι. Ν. Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου στό Πέραν, ἐπί πρωτοψαλτίας Εὐστράτιου Παπαδόπουλου.

    Τό 1906 ἦρθε στήν ῾Ελλάδα καί μετέβη στή Λάρισα. Τή χρονιά αὐτή ὑπογράφει ὡς Πρωτοψάλτης τοῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ ῾Αγ. ᾿Αχιλλίου. ᾿Επίσης, ἔψαλλε στόν ῞Αγ. ᾿Αθανάσιο Λάρισας, στή Ζωοδόχο Πηγή στά Ταμπάκικα, ἐνῶ, ἀπό τό 1909, ἐργάστηκε καί ὡς καθηγητής Βυζαντινῆς Μουσικῆς στό Λύκειο Τσερέπη.

    Τό 1912 τόν βρίσκουμε στήν ᾿Αγριά Βόλου, ὅπου εἶχε Λαμπαδάριο τόν ἀργότερα κουμπάρο του Κωνσταντίνο Πολυζόπουλο. Τό 1919 προσλήφθηκε στόν ῾Ι. Ν. Τιμίου Προδρόμου ᾿Ανακασιᾶς, ἐπί ἱερέων Δημήτριου Κορδελῆ καί Δημήτριου Λιακόπουλου. Διαδέχθηκε τόν περίφημο Πρωτοψάλτη καί συμμαθητή του, μετέπειτα ἱερέα, Κωνσταντίνο Κατσώλα. ᾿Εδῶ διετέλεσε Πρωτοψάλτης καί Λαμπαδάριος, παρέμεινε δέ ὥς τό 1959. ῎Εκτοτε, συνέψαλλε μέ τό γιό του Τρύφωνα στόν ῞Αγ. Γεώργιο ᾿Αγριᾶς ὥς τό 1965. Πέθανε στίς 12 ᾿Ιανουαρίου 1967 σέ ἡλικία 93-94 ἐτῶν.

    ῾Ο Γερόπουλος δίδαξε τήν Ψαλτική Τέχνη σέ πολλούς νέους μέ ἐξαιρετικά ἀποτελέσματα. Σήμερα ζοῦν στό Βόλο καί τόν θυμοῦνται πολλοί διακεκριμένοι ῾Ιεροψάλτες. Στούς μαθητές του συμπεριλαμβάνονται ὁ γιός του Τρύφων, τά ἐγγόνια του Γεώργιος καί Κωνσταντίνος, ὁ Χρῆστος Χατζόπουλος, ὁ Χριστοφόρος Σκαρμοῦτσος, καθηγούμενος τῆς ῾Ι. Μονῆς Φλαμουρίου, ὁ Θεοφάνης Ματζούκης, ὁ Γεώργιος Καζατζῆς, ὁ ᾿Ανδρέας Σιῶκος, ὁ ᾿Αλέξανδρος Τζουμάκας, οἱ ἀδελφοί ᾿Ιωάννης καί Θεόδωρος Μυλωνάς, ὁ Σπυρίδων Λάκκας, ὁ ᾿Αργύριος Ψιώτας, ὁ Κοσμᾶς Βλαχοδῆμος καί ἄλλοι.

    ῞Ενα ὀγκωδέστατο Τετράδιο, πραγματικό μουσικό θησαυρό, ἔχει ἀφήσει στά ἐγγόνια του ὁ Γεώργιος Γερόπουλος. Πρόκειται γιά μία πλουσιότατη ᾿Ανθολογία, στήν ὁποία κατέγραψε μεγάλο ἀριθμό μελοποιήσεων τῶν παλαιῶν διδασκάλων τῆς Ψαλτικῆς, ἀνάμεσά τους πολλοί Μαγνησιῶτες. Σ’ αὐτή παραδίδει καί ἀρκετά δικά του μελοποιήματα. ῾Ο γραφικός χαρακτήρας του εἶναι ἐξαιρετικός καί ἡ ἐπιμέλειά του παραδειγματική. Τήν πατρότητα τοῦ χειρογράφου ἐπιβεβαιώνει ὁ ἰδιόγραφος κολοφώνας· “᾿Εγράφη παρά Γεωργίου Γεροπούλου, τελειοφοίτου τῆς Μουσικῆς Σχολῆς Κωνσταντινουπόλεως καί Δεξιοῦ ῾Ιεροψάλτου τοῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ Λαρίσης τῷ ἔτει 1906.”

     

    ῎Ερευνα - Κείμενα· Κων. Χ. Καραγκούνης.

    π. Κωνσταντίνος Κατσώλας (1882-1975)

     

    ῾Ο πατήρ Κωνσταντίνος Σωκράτη Κατσώλας γεννήθηκε τό 1882 στό ῎Ανω Βαθύ Σάμου. ᾿Εκεῖ ἔμαθε τά πρῶτα γράμματα καί τελείωσε τό Γυμνάσιο. ᾿Αμέσως μετά πῆγε στήν Κωνσταντινούπολη (σημ. ἐπιμ.· σέ ἡλικία 18 ἐτῶν, δηλαδή, τό 1900), ὅπου σπούδασε Βυζαντινή Μουσική στήν ἐκεῖ ᾿Εκκλησιαστική Μουσική Σχολή καί ἀπεφοίτησε μέ ΑΡΙΣΤΑ. Τό ᾿Απολυτήριο ἔχει ἡμερομηνία 28-4-1905 καί ὑπογράφεται ἀπό τούς μουσικοδιδάσκαλους· ᾿Ιάκωβο Ναυπλιώτη, Λαμπαδάριο Κωνσταντίνο Κλάββα, Α´ Δομέστιχο Φώτιο Παπαδόπουλο καί Πολυχρόνη Παχείδη. Εἶναι δέ θεωρημένο ἀπό τόν Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως ᾿Ιωακείμ Γ´.

    ῞Οταν ἀποφοίτησε ἀπό τή Μουσική Σχολή, διορίστηκε ῾Ιεροψάλτης στήν ᾿Εκκλησία τοῦ ᾿Εσκί Σεχίρ ἀπό τόν Πατριάρχη ᾿Ιωακείμ τόν Γ´ (σημ. ἐπιμ.· τό 1907). ῾Ο Κωνσταντίνος Κατσώλας ἦταν καλλίφωνος, ἄριστος μουσικός καί ἐκλεκτός δεξιοτέχνης τῆς Ψαλμωδίας. Στό ᾿Εσκί Σεχίρ ἀγαπήθηκε καί ἐκτιμήθηκε δεόντως γιά τά μουσικά του προσόντα. Δυστυχῶς ἀρρώστησε καί ἀναγκάστηκε νά ἔρθει στήν ῾Ελλάδα -στό Βόλο- ὅπου διορίστηκε ῾Ιεροψάλτης στόν ῞Αγ. ᾿Ιωάννη ᾿Ανακασιᾶς (σημ. ἐπιμ.· 1908-1919). Στήν ἴδια ἐκκλησία ἔψαλλε ὡς ἀριστερός ῾Ιεροψάλτης ὁ Γεώργιος Γερόπουλος, συμμαθητής του στή Μουσική Σχολή Κωνσταντινουπόλεως. Κατσώλας-Γερόπουλος ἀποτελοῦσαν ἕνα ἁρμονικό σύνολο. ῾Η ἐκκλησία τῆς ᾿Ανακασιᾶς πλημμύριζε κυριολεκτικά Κυριακές καί γιορτές ἀπό πιστούς καί θιασῶτες τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς.

    Τό 1919 πηγαίνει στήν Καρδίτσα, ὅπου ψάλλει ὡς δεξιός στόν Μητροπολιτικό Ναό ῾Αγ. Κωνσταντίνου καί ῾Ελένης. ᾿Εκεῖ μένει μέχρι τό 1921, ὅποτε ἐπιστρέφει στό Βόλο καί χειροτονεῖται διάκονος ἀπό τόν Μητροπολίτη Γερμανό. Τοποθετεῖται στό Μητροπολιτικό Ναό ῾Αγ. Νικολάου, ὅπου ὡς διάκονος ἔμεινε 14 χρόνια. Τό 1935 χειροτονεῖται πρεσβύτερος ἀπό τόν Μητροπολίτη ᾿Ιωακείμ καί τοποθετεῖται στόν ῞Αγ. Γεώργιο ᾿Αγριᾶς. Στίς 25-4-1942 τοποθετεῖται στόν ῾Αγ. Κωνσταντίνο Βόλου. ᾿Εδῶ προσέφερε ἀνεκτίμητες ὑπηρεσίες ὡς λειτουργός, κατηχητής καί μουσικοδιδάσκαλος. Πολλοί νέοι ἔμαθαν κοντά του ἄριστα τήν Βυζαντινή Μουσική. (Σημ. ἐπιμ.· Τό 1928 ἵδρυσε τή Β´ Σχολή Βυζαντινῆς Μουσικῆς τῆς ῾Ι.Μ. Δημητριάδος ἐπί Μητροπολίτου Γερμανοῦ.)

    Σύμφωνα μέ μαρτυρία τοῦ μακαριστοῦ ᾿Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ, ὁ π. Κων. Κατσώλας ὑπῆρξε διδάσκαλος στή Βυζαντινή Μουσική τοῦ ᾿Αρχιεπισκόπου καί ᾿Αντιβασιλέα Δαμασκηνοῦ. Συνταξιοδοτήθηκε τό 1960 καί ἐγκαταστάθηκε στήν ᾿Αθήνα ὅπου πέθανε τό 1975 σέ ἡλικία 93 ἐτῶν. Τό διάστημα 1905-1960 ἀσχολήθηκε παράλληλα μέ τά ἱερατικά του καθήκοντα μέ τήν διδασκαλία καί διάδοση τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς. Μελοποίησε πολλά Δοξαστικά τοῦ Τριωδίου, τῶν Αἴνων καί ἄλλα. Συνεργάστηκε μέ τόν ἱερέα π. Στέφανο Ζήτη καί ἔγραψαν πολλά μαθήματα... (Σημ. ἐπιμ.· Σέ ἰδιόγραφο μουσικό Τετράδιο τοῦ ἀείμνηστου ῾Ιεροψάλτου Κωνσταντίνου Γαβρίνη ἐπισημάναμε τό ἑξῆς αὐτόγραφο σημείωμα τοῦ π. Κατσώλα· “῎Αξιος θερμῶν συγχαρητηρίων καί παντός ἐπαίνου τυγχάνει ὁ φίλος καί μαθητής μου κ. Κων. Ε. Γαβρίνης διά τήν σύνθεση τοῦ παρόντος ἀπανθίσματος, οὐχ ἧττον μέν, ἀλλά καί διά τόν ἔνθερμον ζῆλον αὐτοῦ ὅν ἐπεδείξατο περί τήν ῾Ιεράν ἡμῶν ᾿Εκκλ. Μουσικήν ἐν γένει. Βόλος, 4/12/1928. Κ. Κατσώλας ῾Ιεροδιάκονος.”)

    ῾Ο π. Κωνσταντίνος παρέδωσε στό γιό του ῾Ιεροψάλτη ᾿Ελευθέριο Κατσώλα βιβλίο ἰδιόχειρο Δοξαστικῶν 404 σελίδων μέ τήν ἐντολή· “᾿Εν τῷ παρόντι βιβλίῳ διάφορα μουσικά μέλη, εἶναι προϊόντα πολυετοῦς μουσικῆς μου μελέτης καί πείρας. Γιά τό λόγο αὐτό, ὁ υἱός μου ᾿Ελευθέριος νά τά χρησιμοποιήσῃ ψάλλων ὁ,τιδήποτε τροπάριο ἐξ αὐτῶν... Περισσότερα ἐξ αὐτῶν τροπάρια, ἔχουν πολλάς παραχορδάς καί θεωροῦνται καθ’ ἐμέ κλασσικά, ὡς καί ἄλλων μελοποιῶν..., ὡς π.χ. τά μουσουργήματα τοῦ Νικολάου Σμύρνης... ῎Εγραφε ἐν Περιστερίῳ ᾿Αθηνῶν κατά μήνα Δεκέμβριον σωτηρίου ἔτους 1962. Κ. Κατσώλας ἱερεύς.” (Σημ. ἐπιμ.· Τό χειρόγραφο αὐτό σήμερα, μᾶλλον βρίσκεται στά χέρια τοῦ ἄλλου γιοῦ του Περικλῆ Κατσώλα, ὁ ὁποῖος εἶναι 98 ἐτῶν ἐν ζωῇ, δέν ἔχει ἀσχοληθεῖ, ὅμως, μέ τήν Ψαλτική.)»

     

    ᾿Αποσπάσματα ἀπό τό βιβλίο τοῦ Θανάση Ζέρβα, ῾Ο ῞Αγιος Κωνσταντίνος Βόλου..., Βόλος 1996, σελ. 110-112.

     

    Σωτήριος Σχοινᾶς (1887-1975)

     

    Γεννήθηκε τό 1887 στήν ῾Αγιά Λαρίσης. Δέκα χρόνια ἀργότερα ἡ μητέρα του Βασιλική ἔφερε τά πέντε παιδιά της στό Βόλο. ᾿Εδῶ ὁλοκληρώνει τήν ἐγκύκλιο παιδεία του καί τό 1908 κατατάσσεται στό στρατό, ὅπου καί ὑπηρετεῖ τή θητεία του μέ τήν εἰδικότητα τοῦ σκαπανέως. Μετά τήν ἀπόλυσή του, ξεκινᾶ τήν ἐπιχείρησή του στήν ὁδό ῾Ερμοῦ, ὡς “Βιβλιοδετεῖον καί Χαρτοπωλεῖον - Ο ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ”.

    ῾Η ἐπιστράτευση τῆς 12ης Σεπτεμβρίου 1912 τόν βρίσκει στήν Καρδίτσα, ἄρρωστο ἀπό πυρετούς. Στίς 19 Σεπτεμβρίου παρουσιάζεται στή Λάρισα καί μέχρι τίς 27 Νοεμβρίου τοῦ 1913, ὅποτε ἀπολύθηκε ἀπό τό στρατό μέ διαγωγή ἄμεμπτον, ἔλαβε μέρος, στή μέν ἐκστρατεία κατά τῆς Τουρκίας (1912-1913), στίς μάχες ᾿Ελασσόνος, Σαρανταπόρου καί Γιαννιτσῶν, στή δέ ἐκστρατεία κατά τῆς Βουλγαρίας (1913), στίς μάχες Κιλκίς, Λαχανά, Κρέσνας καί Τζουμαγιᾶς. Γιά τή συμμετοχή του αὐτή, τοῦ ἀποστέλλεται στίς 25 Μαρτίου 1914 “Δίπλωμα ἀπονομῆς μεταλλίων”, καθώς καί δύο ἀναμνηστικά μετάλλια. Καθ’ ὅλη τή διάρκεια τῶν ἐκστρατειῶν κρατοῦσε προσωπικό ἡμερολόγιο, τμήματα τοῦ ὁποίου πολύ ἀργότερα δημοσίευσε ἡ ἐφημερίδα Ταχυδρόμος (13-24/12/1968).

    Τά ἔτη 1917-1918 σπουδάζει Βυζαντινή Μουσική στό ᾿Ωδεῖο ᾿Αθηνῶν. Τό 1919 ἐγγράφεται ὡς μέλος στόν Θρησκευτικό-Φιλολογικό Σύλλογο “Οἱ Τρεῖς ῾Ιεράρχαι”, στόν ὁποῖο διετέλεσε καί μέλος τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου τίς τριετίες 1929-1932 καί 1932-1935.

    ᾿Από τό 1933 μέχρι καί τό 1966 ἐπισκέπτεται κάθε χρόνο τό ῞Αγιον ῎Ορος, μέ ἐξαίρεση μόνο τά χρόνια τῆς κατοχῆς. Κατά τή διάρκεια τῶν ἐπισκέψεων στό ῞Αγιον ῎Ορος καί “τῇ συστάσει τοῦ ἀειμνήστου Πατρός ᾿Αθανασίου Μοναχοῦ Λαυριώτου (ἰατροῦ), ὅν καί ἱδρυτήν τοῦ ἔργου ἀνεκήρυξε”, ἀπεφάσισε τήν ἔκδοση τοῦ περιοδικοῦ “῾Αγιορείτικη Βιβλιοθήκη”, τό ἔτος 1936. Συνεργάτες τοῦ περιοδικοῦ ὑπῆρξαν πολλοί ῾Αγιορεῖτες Πατέρες, μέ πρωτεύοντα τόν Βιβλιοθηκάριο τῆς Μεγίστης Λαύρας Γέροντα Παντελεήμονα Λαυριώτη, καθώς καί ἐπιστήμονες, κληρικούς καί λαϊκούς, ἀπό τόν Βόλο καί ἀλλοῦ. Στά 30 χρόνια ἔκδοσής της ἡ “῾Αγιορείτικη Βιβλιοθήκη” ἔφτασε στίς βιβλιοθῆκες τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, τῶν Πατριαρχείων ῾Ιεροσολύμων καί ᾿Αλεξανδρείας, τῶν ᾿Αρχιεπισκοπῶν ᾿Αθηνῶν, Κύπρου καί ᾿Αμερικῆς, στήν ᾿Αποστολική Βιβλιοθήκη τοῦ Βατικανοῦ καί στίς βιβλιοθῆκες πολλῶν συνδρομητῶν, ἰδιωτῶν καί ἱδρυμάτων, στήν ῾Ελλάδα καί στό ἐξωτερικό.

    ᾿Εν τῷ μεταξύ, ἡ ἐπιχείρηση τοῦ Σωτηρίου Σχοινᾶ ἔχει ἐξελιχθεῖ σέ Τυπογραφεῖο - Βιβλιοδετεῖο - Κυτιοποιεῖο καί ἀφοῦ ἄλλαξε ἀρκετές φορές ἕδρα, κατέληξε στό, ἐπί τῆς ὁδοῦ Χατζηαργύρη 37, κατάστημα Κυπριζλῆ, ὅπου καί παρέμεινε μέχρι καί τό κλείσιμό της τό 1996, ἀφοῦ συνταξιοδοτήθηκαν καί οἱ δύο υἱοί του. ᾿Από τό τυπογραφεῖο αὐτό ἐκδόθηκαν πολλά θρησκευτικά βιβλία, ἀνάμεσα στά ὁποῖα καί κάποιες σπάνιες ἀνατυπώσεις βιβλίων τοῦ Νικόδημου τοῦ ῾Αγιορείτου.

    Δίδαξε βυζαντινή μουσική στή Σχολή πού ἵδρυσε ὁ Μητροπολίτης ᾿Ιωακείμ. (Σημ. ἐπιμ.· Πρόκειται γιά τήν Γ´ Σχολή Βυζαντινῆς Μουσικῆς τῆς ῾Ι. Μ. Δημητριάδος.) ῎Εψαλλε στούς ῾Αγ. ᾿Αναργύρους, τόν ῞Αγ. Νικόλαο, τόν ῞Αγ. Κωνσταντίνο (σημ. ἐπιμ.· Διετέλεσε ἀριστερός ῾Ιεροψάλτης στήν παλαιά ἐκκλησία) καί τό Ναό τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος (σημ. ἐπιμ.· Μαρτυρεῖται πώς εἶχε λεπτή καί γλυκιά φωνή).

    Τό Σάββατο 22 Μαρτίου 1975 ἀναπαύθηκε, στά 88 του χρόνια, καί κηδεύτηκε στόν ῾Ι. Ν. Μεταμορφώσεως Βόλου. Τή νεκρώσιμη ἀκολουθία τέλεσαν ὁ τότε Μητροπολίτης Δημητριάδος κ. Χριστόδουλος, οἱ ἀρχιμανδρίτες Δαμασκηνός Καζανάκης καί Νεόφυτος Μπούμης καί πολλοί ἱερεῖς.

     

    Κείμενο τῆς ἐγγονῆς ῎Αννας Κ. Σχοινᾶ, γραμμένο στίς 25 ᾿Ιανουαρίου 2007, βασισμένο σέ χειρόγραφα ἡμερολόγια καί στό ἀρχεῖο ἀλληλογραφίας τοῦ παπποῦ της. Τά ἐντός εἰσαγωγικῶν εἶναι ἀτόφια ἀποσπάσματα ἀπό χειρόγραφά του

    Κωνσταντίνος Κουτούμπας (1894-1983)

     

    ῾Ο Κωνσταντίνος ᾿Ιωάννου Κουτούμπας, πρωτοψάλτης, μουσικοδιδάσκαλος καί συγγραφέας Βυζαντινῆς ᾿Εκκλησιαστικῆς Μουσικῆς, γεννήθηκε στόν ῞Αγ. Βλάσιο τοῦ Πηλίου τό 1894. ᾿Ορφανός ἀπό πατέρα, μεγάλωσε κοντά στόν παππού του Κωνσταντίνο ᾿Αποστόλου, ὁ ὁποῖος κάθε Κυριακή τόν συνόδευε στήν ᾿Εκκλησία. Οἱ τότε Ψάλτες (Βλάσιος ᾿Αρκουδογιάννης καί Κατσιρέλος, δεινοί μουσικοί, ψάλλοντες παλαιά μέλη ἀπό διφθέρας) ἀντιλήφθηκαν πολύ νωρίς τό ζῆλο του καί σέ ἡλικία πέντε ἐτῶν τόν ἀνέβασαν στό ᾿Αναλόγιο.

    ῾Ο Κουτούμπας ἔμεινε τρία χρόνια κοντά στόν Κατσιρέλο (εἶχε μαθητεύσει στήν Πατριαρχική Μουσική Σχολή Κωνσταντινουπόλεως). Πρῶτος του ἐπίσημος δάσκαλος ὑπῆρξε ὁ Νικόλαος ᾿Αθ. Χρυσοχοΐδης, μαθητής τοῦ Κωνσταντίνου Ψάχου καί ἐπιστήμονας μουσικός. ῾Ως ἔφηβος τίς Κυριακές κατέβαινε στό Βόλο καί ἄκουγε τούς Πρωτοψάλτες Γεώργιο Ψυχούλη, Δημήτριο Φιλίππου, συμμαθητή τοῦ Κωνσταντίνου Ψάχου, Χρῆστο Μαχαιρίτσα καί Κωνσταντίνο Γαρουφαλλιά. Γιά μικρό διάστημα πρίν τή στρατιωτική του θητεία ἔψαλε στή Δράκεια καί μαθήτευε κοντά στούς Νικόλαο Καμινάρη, Εὐθύμιο Κόκκινο, μαθητή Γεωργίου Τζάβελλου, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε καί αὐτός μαθητής τῆς Πατριαρχικῆς Μουσικῆς Σχολῆς.

    Μέχρι τό 1922 δέν εἶχε ἀναλάβει ῾Ιεροψαλτικό ᾿Αναλόγιο, καθώς μετά τή θητεία του ἐπιστρατεύτηκε ἄλλες τέσσερεις φορές, λόγῳ τίς μικρασιατικῆς ἐκστρατείας. Στή Σμύρνη γνωρίστηκε μέ τόν Πρωτοψάλτη Νικόλαο. Μετά τήν ἐπάνοδό του στό Βόλο διορίστηκε Ψάλτης ἀρχικά στά Λεχώνια καί τήν ᾿Αγριά, ἐνῶ μετά τό γάμο του τό 1925 ἦρθε στό Βόλο. Διορίστηκε πρωτοψάλτης στόν ῞Αγ. Κωνσταντίνο καί τό 1928 μετατέθηκε ἀπό τόν Μητροπολίτη Δημητριάδος Γερμανό στούς ῾Αγ. Θεοδώρους, γιά νά μετατεθεῖ ξανά, κατόπιν παρακλήσεων τοῦ ᾿Εκκλησιαστικοῦ Συμβουλίου, στό Ναό τῆς ᾿Αναλήψεως Βόλου τό 1931.

    Τό Φεβρουάριο τοῦ 1941, λόγῳ τοῦ ῾Ελληνοϊταλικοῦ πολέμου, κατέφυγε μέ τήν οἰκογένειά του σέ συγγενεῖς τῆς συζύγου του στή Σκιάθο, ὅπου ἔψαλλε ὡς δεξιός Ψάλτης στό Μητροπολιτικό Ναό τῶν Τριῶν ῾Ιεραρχῶν γιά 4 μῆνες. Στήν ᾿Ανάληψη ὑπηρέτησε συνολικά τριάντα χρόνια, μέχρι τό Μάρτιο τοῦ 1961, ὅταν παραιτήθηκε σέ ἡλικία 67 ἐτῶν.

    Δεινός ἐκτελεστής καί ἑρμηνευτής τῶν παλαιῶν μελῶν. Γνώριζε ἀπό στήθους τά παλαιά μαθήματα τῶν μεγάλων διδασκάλων, εἶχε ἀποκτήσει μεγάλη συγγραφική δεινότητα, συνθέτοντας νέα μέλη, ἐπί τῇ βάσει κλασικῶν γραμμῶν καί συνθέσεων. (Σημ. ἐπιμ.· Τό μελοποιητικό ἔργο τοῦ Κωνσταντίνου Κουτούμπα εἶναι ἐξαιρετικά ἰδιότυπο, καθώς θά μποροῦσε νά χαρακτηριστεῖ σύντμηση τοῦ ἀργοσύντομου Στιχηραρικοῦ Μέλους τοῦ Πέτρου Πελοποννησίου, καί κατά πάσα πιθανότητα ἀπέβλεπε στή συντόμευση τῶν μελῶν, διαβλέποντας, προφανῶς, ἀπό πολύ νωρίς τήν ἀνάγκη συντόμευσης τῶν ῾Ιερῶν ᾿Ακολουθιῶν τῆς ᾿Ορθόδοξης Λατρείας.)

    ῾Ο Κωνσταντίνος Κουτούμπας ἔδινε μεγάλη σημασία στήν μετά ταπεινώσεως καί συντριβῆς ψαλμωδία καθώς ἐπίσης στήν εὐκρινή καί κατά νόημα ἀπόδοση τῶν ψαλλομένων. Κοιμήθηκε ἐν Κυρίῳ τό 1983.»

    ῾Ο Κωνσταντίνος Κουτούμπας ἀνάλωσε μεγάλο μέρος τῆς ζωῆς του μελοποιώντας καί γράφοντας μουσικά Τετράδια, τά περισσότερα τῶν ὁποίων ἔχουν καταρτιστεῖ σέ πολύ μεγάλη ἡλικία, μεταξύ 70 καί 87 ἐτῶν. ῾Ο Κουτούμπας ἔγραφε σέ κλασικά σχολικά μπλέ τετράδια, ἑκατόφυλλα τίς περισσότερες φορές, ἡ δέ γραφή του ἦταν λεπτή, μικροκαμωμένη καί, ἴσως λόγῳ ἡλικίας, κάπως ἀσταθής. Στά χειρόγραφά του ὑπάρχουν συχνά-πυκνά σημειώσεις καί ἐνθυμήσεις, πού δέν εἶναι τοῦ παρόντος νά ἀναφερθοῦν. Τό περιεχόμενο τῶν Τετραδίων αὐτῶν εἶναι ἕνα μουσικό φαινόμενο πού πρέπει νά μελετηθεῖ προσεκτικά, λόγῳ τοῦ ἰδιαίτερου ὕφους του, πού ἀναδεικνύεται πολύ ἐκκλησιαστικό.

     

    Γραπτές πληροφορίες καί κείμενα τοῦ ἐγγονοῦ τοῦ Κωνσταντίνου ᾿Ι. Κουτούμπα.

     

    Νικόλαος Χρυσοχοΐδης (ἀρχές Κ´ αἰώνα-1957)

     

    Διακεκριμένος μουσικοδιδάσκαλος καί θεωρητικός τῆς μουσικῆς ἀπό τό Βόλο, ὁ σπουδαιότερος μαθητής (στά 1917) καί ἐπιφανέστερος συνεχιστής τοῦ ἔργου τοῦ Κωνσταντινουπολίτη μουσικολόγου καί καθηγητή Βυζαντινῆς Μουσικῆς στό ᾿Ωδεῖο ᾿Αθηνῶν Κωνσταντίνου Ψάχου. ῾Υπῆρξε δάσκαλος τοῦ Κωνσταντίνου Κουτούμπα καί πολλῶν ᾿Αθηναίων ῾Ιεροψαλτῶν, ἀνάμεσα στούς ὁποίους ὁ πρώην Λαμπαδάριος τοῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ ᾿Αθηνῶν Εὐάγγελος Τζελᾶς καί ὁ μακαριστός Πρωτοψάλτης τοῦ ἰδίου Ναοῦ Σπυρίδων Περιστέρης.

    ῾Ο Χρυσοχοΐδης διετέλεσε Πρωτοψάλτης τοῦ ῾Ι. Ν. ῾Αγ. ᾿Αποστόλου τοῦ Νέου στόν ῞Αγ. Λαυρέντιο Πηλίου. Μελοποίησε πλῆθος τροπαρίων, τά ὁποῖα, ὅμως, παραμένουν ἀνέκδοτα. ᾿Αρκετά ἀπό αὐτά ἔψαλλε ὁ Βυζαντινός Χορός τῆς Μητροπόλεως ᾿Αθηνῶν ὑπό τή διεύθυνση τοῦ Περιστέρη. ῾Υπῆρξε καί δόκιμος ἐρευνητής μουσικολόγος. Τό 1950 ἐξέδωσε βιογραφία τοῦ δασκάλου του Κωνσταντίνου Ψάχου, ἐνῶ ἀρθρογράφησε καί στή Μεγάλη ῾Ελληνική ᾿Εγκυκλοπαιδεία. ῾Η σπουδαιότατη ἐργασία του “Τά Τονιαῖα Διαστήματα τῶν Κλιμάκων τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς μετά καί σχετικῶν Διαγραμμάτων”, ἐκδόθηκε τό Μάρτιο τοῦ 1956, ἕνα χρόνο πρίν τόν πρόωρο θάνατό του στήν ᾿Αθήνα. Μελοποιημένη ἀπό τόν Χρυσοχοΐδη ᾿Ακολουθία τοῦ ῾Εσπερινοῦ στό Βράχο τῆς ᾿Ακρόπολης (τελεῖται στίς 29 ᾿Ιουνίου) ἐπισημάνθηκε στά κατάλοιπα τοῦ μακαριστοῦ Πρωτοψάλτου Χρήστου Τακούδη.

     

    ῎Ερευνα - Κείμενα· Κων. Χ. Καραγκούνης.

     

    ᾿Αλέξανδρος Μαργαριτόπουλος (1900-1971)

     

    ῾Ο σπουδαιότατος αὐτός Πρωτοψάλτης καί διδάσκαλος γεννήθηκε στήν Κωνσταντινούπολη τό 1900. ᾿Από μικρή ἡλικία διακρίθηκε ὡς Κανονάρχος στόν ῾Ι. Ν. Παναγίας Καφατιανῆς στό Γαλατά, δίπλα στόν ὀνομαστό Πρωτοψάλτη Γιάγκο Βασιλειάδη, ἀπό τόν ὁποῖο διδάχθηκε ἐπί τριετίαν τήν Ψαλτική. ᾿Αργότερα στόν ἴδιο Ναό ἔψαλλε ὡς Λαμπαδάριος μέ Πρωτοψάλτη τόν Θεοδόσιο Β. Γεωργιάδη. Κατά τό ἔτος 1916 ἀνέλαβε τή θέση τοῦ Β´ Δομεστίκου τῆς Μεγάλης ᾿Εκκλησίας δίπλα στόν Εὐστάθιο Βιγγόπουλο, πού ἀναπλήρωνε τότε τόν βαρύτατα ἄρρωστο Λαμπαδάριο Κωνσταντίνο Κλάββα. ᾿Αργότερα, ὅταν ὁ τελευταῖος ἀπομακρύνθηκε ἀπό τή θέση αὐτή καί ἀνέλαβε ᾿Αριστερός ῾Ιεροψάλτης στόν ῾Ι. Ν. τοῦ Χριστοῦ Σωτῆρος στόν Γαλατά, ὁ Μαργαριτόπουλος τόν ἀκολούθησε ὡς Δομέστικος, σπουδάζοντας, παράλληλα, κοντά του τή μουσική θεωρία. ῞Οταν ὁ Κλάββας ἀπεβίωσε στά 1917, τόν διαδέχθηκε στή θέση τοῦ Λαμπαδαρίου. Σύντομα, ὅμως, κλήθηκε πάλι γιά Δομέστικος στόν Πατριαρχικό Ναό. Τήν ἴδια περίοδο παρακολουθοῦσε ἰδιαίτερα μαθήματα μέ τόν ᾿Ιάκωβο Ναυπλιώτη. Τό 1924 ἦλθε στήν ῾Ελλάδα καί ἐγκαταστάθηκε στό Βόλο. ᾿Εδῶ διορίστηκε Πρωτοψάλτης στόν ῾Ι. Ν. Μεταμορφώσεως, ὅπου ὑπηρέτησε ἐπί μία εἰκοσαετία. Τά χρόνια αὐτά δίδαξε τήν Ψαλτική σέ πολλούς βολιῶτες καί πηλιορεῖτες μαθητές, μεταξύ τῶν ὁποίων οἱ Μιχαήλ Πέτρου, Βασίλειος Βαλασιάδης, ᾿Ανέστης Μαλέτος, Κωνσταντίνος ᾿Αγγελίδης, ᾿Ιωάννης ᾿Ακριβογιάννης, Παναγιώτης Θεοδωρίδης, ᾿Ιωάννης Βασιλείου, Γεώργιος Καραγιάννης καί ἄλλοι. Τό 1926 κατέβηκε στήν ᾿Αθήνα, ἔψαλλε στόν Ταξιάρχη τοῦ Πεδίου ῎Αρεως καί ἔγινε ἱδρυτικό μέλος τῶν Συλλόγων “Φίλοι της Βυζαντινῆς Μουσικῆς” καί “Βυζαντινή Χορωδία Πειραιῶς”. ᾿Ακόμη, κατήρτισε πολυμελή Χορό Ψαλτῶν μέ σκοπό τήν ἀπόδοση τοῦ ᾿Εκκλησιαστικοῦ Μέλους μέ ἀντιστικτική συνήχηση καί πραγματοποίησε πολλές ἐμφανίσεις καί διαλέξεις. Τό 1951 ἐπέστρεψε πάλι στή Μεταμόρφωση Βόλου καί ἀπό τό 1954 μετέβη στόν ῞Αγ. Νικόλαο ῎Αμφισσας. Πέθανε τό 1971. Τό μελοποιητικό ἔργο τοῦ Μαργαριτόπουλου εἶναι ἐξαιρετικῶς μεγάλο. ῎Αν καί δέν ἔχουν ἐπισημανθεῖ αὐτόγραφα Τετράδιά του, τό ἔργο του εἶναι εὐρύτατα διαδεδομένο στά μουσικά χειρόγραφα ἄλλων Μαγνήτων ῾Ιεροψαλτῶν.

     

    ῎Ερευνα - Κείμενα· Κων. Χ. Καραγκούνης.

     

    Τρύφων Γερόπουλος (1914-2009)

     

    Γιός καί μαθητής τοῦ μουσικοδιδασκάλου Γεωργίου Γεροπούλου, γεννήθηκε στήν ᾿Αγριά τήν 1η Φεβρουαρίου 1914. Διδάχθηκε τήν Ψαλτική Τέχνη ἀπό τόν πατέρα του, μαθητή τῆς Μεγάλης τοῦ Γένους Σχολῆς στήν Κωνσταντινούπολη. Τήν 17η ᾿Απριλίου (Μ. Πέμπτη) του ἔτους 1930, σέ ἡλικία 16 ἐτῶν, προσλήφθηκε ὡς Λαμπαδάριος τοῦ ῾Ι. Ν. ῾Αγίου Γεωργίου Μπαξέδων Βόλου. Δεξιός Ψάλτης τότε ἦταν ὁ περίφημος μουσικός ῎Ανθιμος Χατζηβασιλείου, ὁ ὁποῖος διατηροῦσε καφενεῖο στήν ὁδό Κοραῆ στό Βόλο, δίπλα στό Τυπογραφεῖο τοῦ Σωτηρίου Σχοινᾶ. Τό 1934 προήχθη σέ Πρωτοψάλτη στά Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου ῎Ανω Βόλου, ἔχοντας διαδοχικά Λαμπαδαρίους τόν ᾿Αντώνιο Σάχο, τόν Δημήτριο Σάχο, τόν Γεώργιο Καζατζῆ καί τόν Θεοφάνη Ματζούκη.

    Τό διάστημα 1935-1937 ἐκπλήρωσε τίς στρατιωτικές του ὑποχρεώσεις καί, γυρνώντας στό Βόλο, διορίστηκε Πρωτοψάλτης τοῦ ῾Ι. Ν. ῾Αγ. Δημητρίου ῾Αλμυροῦ. Τόν ᾿Ιανουάριο τοῦ 1939 ἀνέλαβε τό δεξί ᾿Αναλόγιο τοῦ ῾Αγ. Γεωργίου ᾿Αγριᾶς, ἔχοντας Λαμπαδάριο τόν κουμπάρο του Κωνσταντίνο Πολυζόπουλο καί προϊστάμενο τόν μουσικότατο π. Κωνσταντίνο Κατσώλα. Στή θέση αὐτή παρέμεινε ἐπί 47 συναπτά ἔτη, ἐνῶ τά τελευταῖα χρόνια, σέ μεγάλη πραγματικά ἡλικία, διακονοῦσε στό ναΰδριο τοῦ ῾Αγ. ᾿Αποστόλου τοῦ Νέου στήν παραλία τοῦ Βόλου.

    ῾Ο Τρύφων Γερόπουλος διακρίθηκε ὡς ἐξαιρετικός δάσκαλος, ὑμνογράφος καί μελουργός, ἀλλά κυρίως γιά τή βαθιά εὐσέβεια, μέ τήν ὁποία ὑπηρέτησε τήν Ψαλτική Τέχνη. Στό ἔργο του συμπεριλαμβάνονται 40 μελοποιημένες ᾿Ακολουθίες ῾Αγίων (κυρίως τοπικῶν), πολλές ἀπό τίς ὁποῖες ἀποτελοῦν προσωπικά του ὑμνογραφικά ἀριστουργήματα, μιᾶς πού ὑπῆρξε ἑξαιρετικῶς κατηρτισμένος καί βαθύς γνώστης τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσας. Μελοποίησε ἀκόμη πλῆθος Τρισαγίων, Χερουβικῶν, Λειτουργικῶν, “῎Αξιόν ἐστιν”, Κοινωνικῶν καί ἄλλων τροπαρίων, ὅπως ᾿Ιδιόμελα, Δοξαστικά, Πολυέλεοι καί ἄλλα. ᾿Εξάλλου, στούς μαθητές του ἀναφέρονται οἱ γιοί του Γεώργιος καί Κωνσταντίνος, ὁ ῎Αρχων Μουσικοδιδάσκαλος Κυριαζῆς Νικολέρης, ὁ ἀείμνηστος ἀρχιμανδρίτης Κύριλλος (κατά κόσμον Ντίνος) Ρήγας, ὁ Δημήτριος Σαμαράς, ὁ μαέστρος Βλάσης Μαστρογιάννης, ὁ Πρωτοψάλτης ᾿Απόστολος Μιχάλης καί πολλοί ἄλλοι.

    Στά αὐτόγραφα τοῦ Τρύφωνος Γεροπούλου παραδίδεται τό μελοποιητικό του ἔργο, πού εἶναι ἀπίστευτα εὐρύ καί ἀποτυπώνεται σέ χιλιάδες ἰδιόγραφα φύλλα. ᾿Ανάμεσα σ’ αὐτά ἀριθμοῦνται πολλά Τετράδια, γραμμένα μέ ἐκεῖνα τά χαρακτηριστικά σημαδόφωνα, τά εὐμεγέθη καί εὐανάγνωστα, μέ τά καλλιγραφικά γράμματα στά κείμενο καί μέ τήν ἁπλωσιά στή διάταξη τῆς ὕλης στή σελίδα, στοιχεῖα πού διακρίνουν τό γραφικό του ὕφος.

    ῞Ενα, ὅμως, τό ὀγκωδέστερο ὅλων, περιλαμβάνει ἅπασες σχεδόν τίς μελοποιήσεις του πού ἀφοροῦν τή Θ. Λειτουργία σέ ὅλους τους ῎Ηχους καί πλεῖστα ἄλλα ἀπαραίτητα. Μιμήθηκε, ἔτσι, τόν πατέρα του Γεώργιο, πού κι ἐκεῖνος παρέδωσε ἕναν ὀγκωδέστατο αὐτόγραφο κώδικα, καί ὅλους τούς πρό αὐτόν διδασκάλους στήν ἀπό αἰώνων καθιερωμένη συνήθεια ἀντιγραφῆς χειρογράφων γιά χρηστικούς καί διδακτικούς λόγους.

     

    ῎Ερευνα - Κείμενα· Κων. Χ. Καραγκούνης.

     

    Χρῆστος Πάντας (1892-μετά τό 1960)

     

    ῞Ενας ἀπό τούς πιό καλλίφωνους καί ἄριστους μουσικούς τῆς ἐποχῆς του μέ γνήσιο Πατριαρχικό ὕφος, πού ἄρχισε τήν Ψαλτική σταδιοδρομία σέ ἡλικία 16 ἐτῶν. Τήν περίοδο 1921-1922, στρατευμένος, ἔψαλλε στή Σμύρνη. Μετά τήν ἀπόλυσή του ἐγκαταστάθηκε στό Βόλο, μαθήτευσε στό μουσικοδιδάσκαλο ᾿Ιωάννη ᾿Αναγνώστη Κοντόπουλο καί ἔψαλλε σέ διάφορους ναούς. Στά 1942, πῆρε τή θέση τοῦ Πρωτοψάλτη τοῦ ῾Αγ. Κωνσταντίνου Βόλου, ὅταν ἀπεβίωσε ὁ προκάτοχός του Δημήτριος Προγόνης καί κράτησε αὐτήν ὥς τό 1945. Τό διάστημα 1945-1950 ἐστάλη ἀπό τόν Μητροπολίτη Δημητριάδος ὡς Πρωτοψάλτης στόν ῾Ι. Ν. Κοιμήσεως Θεοτόκου Μακρινίτσης μέ Λαμπαδάριο τόν ᾿Αντώνη Χατζησταμούλη. Διετέλεσε, ἐπίσης, Λαμπαδάριος τοῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ ῾Αγ. Νικολάου Βόλου μέ Πρωτοψάλτη τόν Δημήτριο Μήτρου καί στή συνέχεια Α´ Ψάλτης στόν ἴδιο Ναό. ῎Εψαλε ἀκόμη στό ᾿Αγρίνιο καί στή συνέχεια στήν ᾿Αθήνα, στόν Εὐαγγελισμό Χαροκόπου Καλλιθέας. ᾿Εδῶ συνεργάστηκε στενά μέ τούς Πρωτοψάλτες ᾿Αντώνιο καί Γεώργιο Σύρκα στόν καταρτισμό Βυζαντινῶν Χορωδιῶν. Εἶναι ὁ δάσκαλος τοῦ Μανώλη Χατζημάρκου, τῶν παιδιῶν του Ντίνου καί ᾿Αλέκου Πάντα, τοῦ Θεοδώρου Ζουμπούλη, καί πολλῶν ἄλλων ἐπιφανῶν ῾Ιεροψαλτῶν. Τοῦ Πάντα σώζεται ἕνα αὐτόγραφο μουσικό Τετράδιο. Πρόκειται γιά ἕνα μικρό, ἀλλά σημαντικό χειρόγραφο, στό ὁποῖο κατέγραψε μία σειρά μελουργημάτων του καί τό προσέφερε στόν φίλο του ῾Ιεροψάλτη ᾿Αντώνιο Χατζησταμούλη, μέ τήν ἑξῆς ἀφιέρωση· “῎Εγραψα διά τόν φίλον καί ἀγαπητόν μου Συνάδελφον κ. ᾿Αντώνιον Χατζησταμούλην Α´ Ψάλτην Παναγίας Μακρυνίτσης. Κατηχώριον, 26 ᾿Ιουλίου 1960. ῾Ο γράψας Χρ. Πάντας, Α´ Ψάλτης ῾Ι. Ν. Εὐαγγελιστρίας (Χαροκόπου) Καλλιθέας ᾿Αθηνῶν·-” Οἱ μελοποιήσεις του, ὅπως ἐξάγεται ἀπό τό αὐτόγραφό του, εἶναι ἁπλές, μελωδικές, ἀλλά μέ μικρές ὀρθογραφικές ἀδυναμίες.

     

    ῎Ερευνα - Κείμενα· Κων. Χ. Καραγκούνης.

     

    Κωνσταντίνος Κιτρίδης (ἀρχές-β´ μισό Κ´ αἰώνα)

     

    Τραπεζούντιος Πρωτοψάλτης, μελοποιός, δάσκαλος καί βαθύς γνώστης τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης. ῏Ηρθε στήν ῾Ελλάδα καί διέπρεψε ὡς Χοράρχης στόν Καθεδρικό Ναό Εὐαγγελιστρίας τῆς Λαμίας (τό 1956 ἀκόμη ὑπηρετεῖ), ὅπου δίδαξε πολλούς μαθητές. Πρῶτα, ὅμως, πέρασε ἀπό τόν ῾Αλμυρό Μαγνησίας, ὅπου ἔψαλε καί δίδαξε. Τό 1934 μαρτυρεῖται Πρωτοψάλτης τοῦ ῾Ι. Ν. ῾Αγ. Νικολάου ῾Αλμυροῦ. Στούς Μαγνησιῶτες μαθητές του ἀναφέρονται οἱ ῾Αλμυριῶτες Πρωτοψάλτες Χρῆστος Τακούδης, Δημήτριος Μπαλλῆς καί ᾿Ιωάννης ᾿Αποστόλου. ῾Ο Κιτρίδης ἔπαιζε ἄριστο βιολί καί δίδασκε τήν Ψαλτική μέ τή βοήθεια αὐτοῦ τοῦ ὀργάνου.

     

    ᾿Αντώνιος Παντόπουλος (1903-1983)

     

    Γιός τοῦ Ζαγοριανοῦ Κωνσταντίνου Παντόπουλου, ἐπιφανοῦς δασκάλου στήν Κερασιά καί ἀργότερα στή γενέτειρά του τή Ζαγορά, ἄνδρα μέ ἐξαιρετικό ἐκκλησιαστικό φρόνημα. ῾Ο ᾿Αντώνιος Παντόπουλος, τελευταῖο ἀπό τά ἕνδεκα παιδιά τῆς οἰκογενείας, ἀγάπησε τήν Ψαλτική καί ἔσπευσε νά τή διδαχθεῖ ἀπό τόν περίφημο δάσκαλο τῆς ἐποχῆς του π. Κωνσταντίνο Κατσώλα. Γιά τήν παρακολούθηση τῶν μαθημάτων κατέβαινε ἀπό τή Ζαγορά μέ τά πόδια δύο φορές τήν ἑβδομάδα. ῾Ως ῾Ιεροψάλτης ἦταν καλλίφωνος καί ἔψαλλε σέ ὅλους τούς ναούς τῆς Ζαγορᾶς, κυρίως ὅμως στήν ῾Αγ. Παρασκευή, στή Μεταμόρφωση καί τέλος στόν ῾Αγ. Γεώργιο ὥς τό 1978, ὁπότε ἀποχώρησε λόγῳ προβλημάτων ὑγείας. ῾Ο Παντόπουλος δίδαξε τήν Ψαλτική στή Ζαγορά. ῾Υπῆρξε δάσκαλος τῶν γιῶν του ᾿Αλεξάνδρου καί Κωνσταντίνου Παντοπούλων καί ἄλλων. ᾿Απεβίωσε τό 1983 σέ ἡλικία 80 ἐτῶν.          

     

    Κωνσταντίνος Γαρουφαλλιάς (γ´ τέταρτο ΙΘ´-μέσα Κ´ αἰώνα)

     

    Καταγόταν ἀπό τήν ᾿Αργαλαστή Πηλίου. Στίς ἀρχές τοῦ Κ´ αἰώνα διετέλεσε Πρωτοψάλτης στόν ῞Αγ. Νικόλαο Πορταριᾶς. ῾Ο Μητροπολίτης Δημητριάδος Γερμανός τόν κατέβασε ὡς Πρωτοψάλτη στό Μητροπολιτικό Ναό ῾Αγ. Νικολάου Βόλου μέ Λαμπαδάριο τόν Νικόλαο Σταυράκη, ἐνῶ παράλληλα τόν διόρισε λογιστή στήν ῾Ιερά Μητρόπολη. Στούς μαθητές του ἀναφέρεται ὁ Νικόλαος Τσαχτήρης, ὁ ὁποῖος τόν διαδέχθηκε στήν Πορταριά. ῾Ο Γαρουφαλλιάς εἶχε καί ἕναν ἀδερφό ἐξαιρετικό ῾Ιεροψάλτη στή Θεσσαλονίκη.

     

    ῎Ερευνα - Κείμενα· Κων. Χ. Καραγκούνης.

     

    π. Στέφανος Ζήτης (δ´ τέταρτο ΙΘ´-μέσα Κ´ αἰώνα)

     

    Πρωτοψάλτης τοῦ ῾Ι. Ν. ῾Αγ. Κωνσταντίνου καί ῾Ελένης μέ γλυκύτατη φωνή, ὁ ὁποῖος καταγόταν ἀπό τίς Νιγάδες τῆς Βορείου ᾿Ηπείρου. Στή θέση αὐτή διορίστηκε γύρω στά 1926-1927 καί παραιτήθηκε τό ἔτος 1932 γιά νά χειροτονηθεῖ ἱερέας. ῏Ηταν ἄριστος γνώστης τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς, ἀπόφοιτος τοῦ ᾿Ωδείου ᾿Αθηνῶν (“Σχολή Ψάχου”). ῾Ο π. Στέφανος Ζήτης ἦταν γιός τοῦ Λεωνίδα, φούρναρη στό ἐπάγγελμα καί ἀδερφός τοῦ Παντελῆ Ζήτη, πατέρα τοῦ ἐξαίρετου ῾Ιεροψάλτου ᾿Ελευθέριου Ζήτη, ὁ ὁποῖος ὑπηρέτησε ἐπί πολλά χρόνια ὡς Λαμπαδάριος καί σήμερα εἶναι Πρωτοψάλτης τοῦ ῾Ι. Ν. Εὐαγγελιστρίας Ν. ᾿Ιωνίας. ῾Ο μακαριστός π. Στέφανος τό διάστημα 1923-1925, δίδαξε στήν Α´ Σχολή Βυζαντινῆς Μουσικῆς τῆς Μητροπόλεως Δημητριάδος, πού ἵδρυσε ὁ φιλόμουσος Μητροπολίτης Δημητριάδος Γερμανός. Στούς μαθητές τοῦ μουσικωτάτου ἱερέως συγκαταλέγεται ὁ ἀδερφός του Χρυσόστομος Ζήτης καί ὁ Κωνσταντίνος Γαβρίνης. ῾Ο μακαριστός λευΐτης ἄφησε ἕνα πολύτιμο αὐτόγραφο μουσικό βιβλίο μέ προσωπικές του μελοποιήσεις, τοῦ ὁποίου, δυστυχῶς, ἀγνοεῖται ἡ τύχη.

     

    Νικόλαος Καμινάρης (1882-1969)

     

    ῾Ο Νικόλαος Καμινάρης γεννήθηκε τό 1882 στόν ῞Αγ. Λαυρέντιο Πηλίου ἀπό τόν Δημήτριο καί τήν προμυριώτισσα Μαρία. Σύζυγός του ἦταν ἡ συγχωριανή του ᾿Ιφιγένεια. Στήν ἐγγονή του Βασιλική, πρεσβυτέρα σήμερα τοῦ ἐφημερίου του ῾Αγ. Λαυρεντίου, π. Δημήτριου Γιαννούλη, ὀφείλονται ὅλες οἱ πληροφορίες, πού παρατίθενται. ῾Ο Καμινάρης παρακολούθησε τά πρῶτα μαθήματα Ψαλτικῆς στήν ῾Ι. Μονή ῾Αγ. Λαυρεντίου τοῦ χωριοῦ του. Τό 1917, σέ ἡλικία 25 ἐτῶν, διορίστηκε ἐπίσημα Πρωτοψάλτης στόν ῾Ι. Ν. ῾Αγ. ᾿Αποστόλου τοῦ Νέου στό χωριό. Μετά τό 1918 τόν συναντοῦμε στόν ῞Αγ. Γεώργιο Νηλείας καί τό 1931 Πρωτοψάλτη στήν ᾿Αγριά Βόλου. ῎Αλλες πηγές μᾶς πληροφοροῦν ὅτι διετέλεσε Πρωτοψάλτης στήν Παναγία Μακρινίτσας, ἀλλά καί στό Μητροπολιτικό Ναό Βόλου. ᾿Αργότερα, ἐπέστρεψε στή γενέτειρά του καί παρέμεινε ἐκεῖ ὡς Πρωτοψάλτης μέχρι τίς ἀρχές τῆς δεκαετίας τοῦ 1960 καί ὡς Λαμπαδάριος μέχρι τά βαθιά του γεράματα. Μάλιστα, ἐπέλεξε ὁ ἴδιος τόν Πρωτοψάλτη - διάδοχό του, ἀκροώμενος ἀπό τό ῾Ιερό ὅσους δοκιμάζονταν γιά τή θέση αὐτή. ᾿Επιλογή του ἦταν ὁ Πρωτοψάλτης ᾿Ιωάννης Μπουρλῶτος, ὁ ὁποῖος κρίθηκε ἄριστος ἀντικαταστάτης του. ᾿Αποχώρησε τό 1965 σέ ἡλικία 83 ἐτῶν καί κοιμήθηκε ἐν Κυρίῳ τό 1969. ᾿Από τήν ἐπιθανάτιο κλίνη, ἔψαλε τήν ἐξόδιο ᾿Ακολουθία καί ἄφησε τήν τελευταία του πνοή στή φράση “θεωρῶντές με ἄφωνον”. ῾Ως Πρωτοψάλτης λέγεται ὅτι ἦταν μεγαλοφωνότατος ὅταν ἔψαλλε καί προσεκτικός ὅταν μιλοῦσε. Συζητοῦσε χαμηλόφωνα, προσέχοντας τή φωνή του, ἀλλά, γιά τόν ἴδιο λόγο, ἦταν ἐγκρατής καί στή διατροφή του. ῾Ως μελουργός ἔχει ἀφήσει σημαντικά ἔργα. ῾Ως μουσικοδιδάσκαλος ὑπῆρξε ὀνομαστός καί ἐξαιρετικός. ῎Εβγαλε πολλούς μαθητές, οἱ ὁποῖοι ἔρχονταν σ’ αὐτόν μέ τά πόδια ἀπ’ ὅλο τό Πήλιο καί τό Βόλο. Στούς μαθητές του ἀναφέρονται οἱ Κωνσταντίνος Κουτούμπας, ᾿Ανέστης Μαλέτος, ᾿Απόστολος Καρκαλᾶς, Γρηγόριος Τουφεξῆς, Κωνσταντίνος Τουφεξῆς (ἑξαδέρφια) καί ᾿Ιωάννης ᾿Ακριβογιάννης.

     

    Δημήτριος Μῆτρος (1907-1980)

     

    ῾Ο νομαστός καλλίφωνος Πρωτοψάλτης καί μουσικοδιδάσκαλος. Γεννήθηκε στό χωριό ῾Αγ. ᾿Ιωάννης Θάσου στίς 28 Φεβρουαρίου 1907. Στήν παιδική του ἡλικία ἔχασε ἀπό ἀτύχημα τό δεξί του μάτι. Αὐτό, ὅμως, δέν τόν ἐμπόδισε νά ἀξιοποιήσει τήν ἐντυπωσιακή καλλιφωνία του καί τό πηγαῖο μουσικό του ταλέντο. Τήν περίοδο 1925-1928 ἔγινε μαθητής τοῦ Κωνσταντίνου Πρίγγου, ἐνῶ παράλληλα φοίτησε καί στό Κρατικό ᾿Ωδεῖο Θεσσαλονίκης. ῾Η μακρόχρονη καί μαραθώνια ψαλτική του σταδιοδρομία ἄρχισε τό 1928 ἀπό τήν Ξάνθη ὅπου ὑπηρέτησε 2 χρόνια. Κατόπιν ἔψαλλε σέ πολλές πόλεις (Σιδηρόκαστρο, 1930 - Θεσσαλονίκη, 1931-1933 καί 1934-1937 - Νάουσα) καί ἔπειτα στό Βόλο ὅπου ἔψαλλε στόν Μητροπολιτικό Ναό ῾Αγ. Νικολάου ἐπί μία πενταετία (1937-1942). Τό 1942 ἔφυγε στήν ᾿Αλεξάνδρεια (Γιδά) Θεσσαλονίκης. Τό 1945 ἐπιστρέφει στό Μητροπολιτικό Ναό Βόλου, ὅπου παρέμεινε μέχρι τό 1946. ῎Επειτα ἔψαλε στήν Πάτρα, στήν Καστοριά, στή Λάρισα, στή Βέροια, στό ᾿Αγρίνιο στόν Πύργο ᾿Ηλείας μέχρι τό τέλος τοῦ 1955. Τό 1956 πῆγε στήν ᾿Αθήνα στόν ῾Ι. Ν. Μεταμορφώσεως Μοσχάτου, στόν ῞Αγ. Διονύσιο Πειραιᾶ γιά 10 χρόνια καί τέλος στήν ῾Αγ. ᾿Ελεοῦσα Καλλιθέας μέχρι τό 1979, ὁπότε ἕνα ἀτύχημα διέκοψε τήν ῾Ιεροψαλτική του καριέρα. Πέθανε στίς 7 ᾿Απριλίου τοῦ 1980. ῾Ο Μήτρου ἦταν προικισμένος μέ ἄριστη φωνή λυρικοῦ τενόρου καί ἐξαίρετος μελουργός σπουδαίων συνθέσεων. Κατά τή μακρόχρονη παραμονή του στό Βόλο ἄφησε ἔξοχους μαθητές, ἐκ τῶν ὁποίων ὁ μακαριστός ἰατρός καί Πρωτοψάλτης Νικόλαος Εὐσταθίου, ὁ τέλειος μιμητής αὐτοῦ Θεόδωρος Ζουμπούλης, Πρωτοψάλτης ῾Αγ. Γεωργίου Ν. ᾿Αγχιάλου καί ὁ Σύμβουλος θεολόγων Στυλιανός Τσιάκαλος. 

     

    π. ᾿Αναστάσιος Πριάγγελος (1911-δεκαετία 1990)

     

    ῞Ο μακαριστός πατήρ ᾿Αναστάσιος Πριάγγελος γεννήθηκε τό 1911 στή Σούρπη ῾Αλμυροῦ. Μεγάλωσε ὅμως στή Μιτζέλα, ὅπου καί παντρεύτηκε. ᾿Εκεῖ τελείωσε τό Δημοτικό Σχολεῖο καί κατόπιν φοίτησε καί τελείωσε τό Σχολαρχεῖο Βόλου. ᾿Επειδή εἶχε ὡραία μεταλλική φωνή, ὁ ἱερέας τοῦ χωριοῦ τόν βοήθησε νά γίνει Ψάλτης καί νά σπουδάσει Βυζαντινή Μουσική. ῾Ο ἴδιος ἱερέας, ἀργότερα, τόν ὤθησε νά γίνει ἱερωμένος. Φοίτησε καί τελείωσε τήν ῾Ιερατική Σχολή Λαμίας καί τό 1952 χειροτονήθηκε ῾Ιεροδιάκονος ἀπό τόν τότε Μητροπολίτη Δημητριάδος ᾿Ιωακείμ στόν ῾Ι. Ν. ᾿Αναλήψεως Βόλου. Λίγο ἀργότερα τοποθετήθηκε στόν ῞Αγ. Κωνσταντίνο Βόλου, ὅπου διακόνησε γιά τρία χρόνια. ῏Ηταν δέ βοηθός ὄχι μόνο στίς ἱερές τελετές, ἀλλά καί σέ ἔργα ἀγάπης καί εὐποιΐας. Στίς 30 ᾿Απριλίου 1955 χειροτονήθηκε ἱερέας ἀπό τόν ἴδιο Μητροπολίτη καί τοποθετήθηκε πάλι στό Ναό ᾿Αναλήψεως. ῏Ηταν ἡ ἐποχή τῶν καταστρεπτικῶν σεισμῶν πού ἐρήμωσαν τό Βόλο. ῾Ο νέος ἱερέας μέ αὐταπάρνηση ἐργαζόταν νύχτα καί μέρα γιά νά ἐνδυναμώσει ψυχικά καί νά συνδράμει ὑλικά τούς ἄστεγους καί ἀπόρους ἐνορίτες του. Στό μεταξύ φοίτησε καί τελείωσε τό ᾿Εκκλησιαστικό Φροντιστήριο Βόλου, στό ὁποῖο, μάλιστα, δίδαξε γιά ἀρκετά χρόνια. ῏Ηταν κατηχητής στούς μεγάλους μαθητές τῶν γυμνασίων καί στούς κύκλους συμμελέτης τῆς ῾Αγίας Γραφῆς. Κατόπιν, μετατέθηκε στόν ῾Ι. Ν. ῾Αγ. Νικολάου Βόλου ἀπ’ ὅπου συνταξιοδοτήθηκε. Στό διάστημα τῆς τελευταίας ἱερατείας του πῆρε καί τό πτυχίο τῆς Θεολογίας ἀπό τό Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. ῾Ο μακαριστός π. ᾿Αναστάσιος Πριάγγελος, λόγῳ τῆς βαθιᾶς του μουσικῆς παιδείας, διετέλεσε ἐπί πολλά χρόνια καθηγητής στήν Δ´ Σχολή Βυζαντινῆς Μουσικῆς τῆς ῾Ι. Μ. Δημητριάδος μέ διευθυντή τόν Μανώλη Χατζημάρκο. Τήν Ψαλτική διδάχθηκε ἀπό Πατέρες τῆς ῎Ανω ῾Ι. Μονῆς Παναγίας Ξενιᾶς.

     

    ᾿Αποσπάσματα ἀπό τό βιβλίο τοῦ Θανάση Ζέρβα, ῾Ο ῞Αγιος Κωνσταντίνος Βόλου..., Βόλος 1996, σελ. 110-112. 

     

    Μιχαήλ Πέτρου (1920-1981)

     

    ῾Ο Μιχάλης Πέτρου καταγόταν ἀπό τήν Κορυτσὰ Βορείου ᾿Ηπείρου. ᾿Εγκαταστάθηκε στό Βελεστίνο, ὅπου μέχρι τό θάνατό του ὑπηρέτησε ὡς Πρωτοψάλτης τοῦ ῾Ι. Ν. Κοιμήσεως Θεοτόκου. Διδάχτηκε τήν Ψαλτική Τέχνη ἀπό τόν Νικόλαο Μπαταβάνο καί ἀργότερα ἀπό τόν ᾿Αλέξανδρο Μαργαριτόπουλο. ῎Εβγαλε ἀρκετούς μαθητές, ἀνάμεσα στούς ὁποίους ὁ Γεώργιος Καραγιάννης καί ὁ γιός του Χρῆστος Πέτρου, διάδοχός του ἀργότερα στήν Κοίμηση. Τό 1944 συνελήφθη ἀπό τούς Γερμανούς καί κλείστηκε σὲ ἕνα βαγόνι τοῦ Σιδηροδρομικοῦ Σταθμοῦ Βελεστίνου, μαζί μὲ τόν ἱερέα ᾿Αθανάσιο Καππῆ καί ἄλλους βελεστινιῶτες. ᾿Εκεῖ, ὁ π. ᾿Αθανάσιος καί ὁ Μιχάλης Πέτρου ἄρχισαν νὰ ψάλουν τήν Παράκληση στή Θεοτόκο τόσο γλυκά, ὥστε οἱ Γερμανοί κυριευμένοι ἀπό κατάνυξη τούς ἄφησαν ἐλεύθερους.

     

    ῎Ερευνα - Κείμενα· Κων. Χ. Καραγκούνης.

     

    Κυριάκος ᾿Αργυρόπουλος (1922-2006)

     

    Οἱ παπποῦδες του ἐκδιώχθηκαν ἀπό τό Σούλι τῆς ᾿Ηπείρου καί κατέφυγαν στή Νικομήδεια τῆς Μ. ᾿Ασίας. ᾿Εκεῖ γεννήθηκε στά 1922 ἀπό τόν Κωνσταντίνο ᾿Ασήμογλου καί τήν Εὐφροσύνη ᾿Ασημακοπούλου. ῾Ο θεῖος του Νικόλαος ᾿Αργυρόπουλος ἦταν Πρωτοψάλτης στή Νικομήδεια, μαθητής τοῦ Γεωργίου Ραιδεστηνοῦ (1860-1950). ῾Η οἰκογένειά του μέ τόν ἴδιο 40 ἡμερῶν βρέφος ἦρθαν πρόσφυγες στόν ῾Αλμυρό Μαγνησίας, ὅπου ἔμειναν 2,5 χρόνια. ῎Επειτα ἔφυγαν γιά τήν Ξάνθη κι ἐγκαταστάθηκαν στόν οἰκισμό Μάνδρα Τσεκούρ. Κατά τή φοίτησή του στό Γυμνάσιο (ἀπό τό 1934 κ. ἑξ.) ξεκίνησε τήν Ψαλτική μέ τόν Ψάλτη τοῦ χωριοῦ ᾿Αναστάσιο Δαβουρτζόπουλο καί τόν μουσικότατο ἱερέα Νικόλαο Τσιντικόπουλο. Τά μουσικά βιβλία τοῦ τά προμήθευε ὁ θεῖος του Νικόλαος ᾿Αργυρόπουλος, ῾Ιεροψάλτης τό 1928-1930 στήν Ξάνθη. Σέ ἡλικία 18 ἐτῶν (1940) ἔψαλε στό χωριό Κουτσό τοῦ Πόρτο Λάγος, ἀπό κεῖ στόν ῞Αγ. Γεώργιο Ξάνθης γιά 2 χρόνια καί στή Μητρόπολη Ξάνθης γιά 3 μῆνες, ὁπότε ἐπιστρατεύτηκε. ᾿Εν τῷ μεταξύ, δίδασκε κι ἔβγαζε μαθητές. ῾Ο Πρωτοψάλτης Σερρῶν Σβιντρίδης καί ὁ Παντελής ᾿Αμακωβίδης εἶναι ἀπό τούς πρώτους μαθητές του. Μέ τήν εἴσοδο τῶν Βουλγάρων στή Θράκη ἦρθε στό Βόλο, ὅπου βρῆκε τή συμπαράσταση τοῦ Μητροπολίτου ᾿Ιωακείμ. Τότε ἔψαλλε γιά 5-6 μῆνες στόν ῞Αγ. Δημήτριο ῾Αλμυροῦ καί ἔπειτα πῆγε στόν Πλάτανο ῾Αλμυροῦ. ᾿Από κεῖ προσλήφθηκε στή Μητρόπολη Κατερίνης, ὅπου ἔμεινε ἕνα χρόνο, ἔπειτα στόν Κορινό, στή Μυτιλήνη καί πάλι στήν Ξάνθη. Τό 1946-1950 ὑπηρέτησε τή στρατιωτική του θητεία. ῞Οταν ἀπολύθηκε ἦρθε στό Βόλο, παντρεύτηκε καί διορίστηκε Πρωτοψάλτης στό Μητροπολιτικό Ναό ὥς τό 1955, διότι οἱ τότε Ψάλτες ᾿Εμμανουήλ Χατζημάρκος καί Καζάνης ἐπιστρατεύτηκαν. Λαμπαδάριοί του ἦταν ὁ μετέπειτα ἱερέας ᾿Αναστάσιος Πριάγγελος (γιά ἕνα χρόνο) καί ὁ Γεώργιος Χατζημάρκος. Παράλληλα, ὡς πτυχιοῦχος τοῦ ᾿Εθνικοῦ ᾿Ωδείου, ἔγινε διευθυντής τῆς Σχολῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς τῆς Μητροπόλεως. Μαθητές του εἶναι οἱ ᾿Ιωάννης Βασιλείου, Σοφοκλῆς Πατακιούτης, ᾿Ιωάννης Μυλωνᾶς, ᾿Ιωάννης Μπουρλῶτος καί ἄλλοι.

    ῞Οταν τό 1956 ἐπέστρεψε ὁ Μανώλης Χατζημάρκος παρέμεινε στη Σχολή ὡς ἁπλός καθηγητής, ἐνῶ πέρασε στή θέση τοῦ Λαμπαδαρίου τῆς Μητροπόλεως. Τό 1958 ἔφυγε ὁ Χατζημάρκος γιά τή Λάρισα, ἡ Σχολή διέκοψε τή λειτουργία της γιά 3-4 χρόνια, ὥστε δίδασκε ἀνεπίσημα στό ὑπόγειο τοῦ ῾Αγ. Νικολάου. Στό Μητροπολιτικό Ναό Βόλου παρέμεινε ὡς Λαμπαδάριος μέχρι τά βαθιά του γεράματα, διακρινόμενος γιά τή σεμνότητα καί ἱεροπρέπεια τῆς Ψαλμωδίας του. ᾿Εργαζόμενος στό ἐργοστάσιο ῾Αρμάτων στό Βελεστίνο συγκρότησε Βυζαντινό Χορό, που ἐμφανιζόταν συχνά στό τότε τηλεοπτικό κανάλι τῆς ΥΕΝΕΔ καί σέ ραδιοφωνικές ἐκπομπές τῆς Στρατιᾶς στή Λάρισα. Διετέλεσε Χοράρχης καί Πρόεδρος τοῦ Συνδέσμου ῾Ιεροψαλτῶν Βόλου. Πέθανε στήν ᾿Αθήνα καί ἐτάφη στά Γλυκά Νερά Παιανίας τό 2006. ῾Ο ᾿Αργυρόπουλος ὑπῆρξε ἄριστος μελουργός. ῎Εχει μελοποιήσει πολλά μαθήματα, πού διακρίνονται γιά τήν ὕψιστη αἰσθητική τους ἀξία, βασισμένα στήν κλασική βυζαντινή παράδοση καί μέ ἰδιαίτερη εὐαισθησία στήν ἀπόδοση τοῦ νοήματος τῶν ὕμνων.

     

     

     

     

    Επικοινωνία

    Σχολή Βυζαντινής Μουσικής

    Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος & Αλμυρού

    Διεύθυνση: Αναλήψεως 164Α – Όγλ., Τ.Κ. 38221, ΒΟΛΟΣ

    Τηλ.: 24210 93517, 2421040440, 6972838348
    email: sxolibmimd@gmail.com

     

     

    © 2024 Σχολή Βυζαντινής Μουσικής Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος & Αλμυρού. All Rights Reserved.

    Powered by Virtual Technologies